Σελίδες

Τρίτη 3 Μαΐου 2016

Η μεγάλη αντίφαση με το φάρμακο. ΟΟΣΑ: Καταναλώνετε πολλά – ΣΦΕΕ: Δεν επαρκούν οι πόροι

Έως το έτος 2018, η δαπάνη για τα σκευάσματα υψηλού κόστους αναμένεται να καλύπτει το μισό της συνολικής φαρμακευτικής δαπάνης στις ευρωπαϊκές χώρες.

ΙΑΤRONET

Πολλαπλές αναγνώσεις έχει η κατάσταση με τη φαρμακευτική κατανάλωση και δαπάνη στην Ελλάδα.

Την ώρα που ο Σύνδεσμος Φαρμακευτικός Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ) κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, σημειώνοντας ότι η κατά κεφαλήν δαπάνη υστερεί στη χώρα μας σε σχέση με τον μέσο ευρωπαϊκό όρο, υπάρχει μία εκ διαμέτρου αντίθετη προσέγγιση.
Πρόκειται για την ερμηνεία που δίνει στους αριθμούς ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ).

Σε πρόσφατη ανάλυση για τη φαρμακευτική δαπάνη στην Ελλάδα (στοιχεία του 2013), οι υπεύθυνοι του Οργανισμού διαπιστώνουν ότι η σε κατά κεφαλήν κατανάλωση (λιανικές τιμές, USD, PPP), η χώρα μας κατέχει την τρίτη θέση, έπειτα από τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία.

Σε λιανικές τιμές (ως ποσοστό του ΑΕΠ), κατέχει την πρώτη θέση, με τη δημόσια δαπάνη να αναλογεί στο 1,9% του ΑΕΠ και η ιδιωτική στο 0,9% (σύνολο 2,8% του ΑΕΠ).

Η χώρα μας εμφανίζει το υψηλότερο ποσοστό μείωσης της δαπάνης κατά την περίοδο 2009 – 2013 (-9,6%), ενώ είχε το μεγαλύτερο ποσοστό αύξησης κατά την περίοδο 2005 – 2009 (+11,6%).

Αυξητική

Σύμφωνα με τη μελέτη, αυξητική είναι και η τάση στη δαπάνη για νοσοκομειακά φάρμακα, ενώ η χώρα μας εμφανίζει μία από τις πιο χαμηλές διεισδύσεις γενοσήμων στην αγορά (κάτω από 20%).

Οι συντάκτες της μελέτης επισημαίνουν ότι η φαρμακευτική δαπάνη αποτελεί μείζον στοιχείο της συνολικής δαπάνης Υγείας. Εάν συνυπολογιστούν και τα ποσά που διατίθενται για νοσοκομειακά φάρμακα, ένα στα πέντε ευρώ που πηγαίνει στην Υγεία, αφορά φάρμακα.

Από τη δεκαετία του '80, η αύξηση στην κατανάλωση καινοτόμων σκευασμάτων οδήγησε σε ραγδαία αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης, η οποία ήταν κάτω από 7% το 1980, για να ξεπεράσει το 9% στις αρχές της δεκαετίας του 2000.
Επισημάνσεις

Η ανάλυση της δαπάνης για φάρμακα, οδηγεί τους ειδικούς στις εξής έντεκα επισημάνσεις:

Η μη νοσοκομειακή κατανάλωση αφορά το 15% των συνολικών δαπανών για την Υγεία στις χώρες – μέλη του ΟΟΣΑ (500 δολάρια κατά κεφαλήν το 2013). Στο ποσό αυτό πρέπει να προστεθούν άλλα 50 έως 100 δολάρια, τα οποία αφορούν τη νοσοκομειακή δαπάνη.

Η εν λόγω δαπάνη (μη νοσοκομειακή) εμφανίζει τάσεις μείωσης, ειδικά μετά την κρίση. Δεν συμβαίνει, ωστόσο, το ίδιο με τη νοσοκομειακή, η οποία έχει αυξητικές τάσεις σε πολλές χώρες.

Τα τελευταία χρόνια, η κατανάλωση φαρμάκων έχει αυξηθεί δραματικά, εξαιτίας της γήρανσης του πληθυσμού, της αύξησης της επίπτωσης χρονίων νοσημάτων και της αλλαγή στις κλινικές πρακτικές.

Οι τιμές των κυκλοφορούντων σκευασμάτων έχουν μείνει σταθερές, ενώ σε πολλές περιπτώσεις μειώθηκαν, χάρη στον ανταγωνισμό με τα αντίγραφα (γενόσημα) σκευάσματα.

Οι αλλαγές στο θεραπευτικό μείγμα οδηγούν τα κόστη νοσηλείας προς τα πάνω, ειδικά σε περιπτώσεις που νέα και πιο ακριβά προϊόντα εισέρχονται στην αγορά (όπως τα αντιδιαβητικά). Σε άλλες περιπτώσεις, όπως στις θεραπείες για χοληστερίνη και υπέρταση, η δαπάνη παραμένει σταθερή ή μειώνεται, χάρη στη λήξη της πατέντας προστασίας πολλών πρωτοτύπων φαρμάκων.

Τα μοντέλα αύξησης της φαρμακευτικής δαπάνης ποικίλλουν από κατηγορία σε κατηγορία και από χώρα σε χώρα, με αποτέλεσμα να καθίσταται δυσχερής ο καθορισμός τους.

Ακριβά σκευάσματα, όπως τα ογκολογικά και τα ανοσοθεραπευτικά αποτελούν το ένα τρίτο της μη νοσοκομειακής δαπάνης, ειδικά σε χώρες όπως οι ΗΠΑ, όπου το ποσοστό τους σημειώνει αύξηση. Έως το έτος 2018, η δαπάνη για τα συγκεκριμένα φάρμακα αναμένεται να καλύπτει το μισό της συνολικής φαρμακευτικής δαπάνης στις ευρωπαϊκές χώρες.

Αυξάνεται ο αριθμός των βιολογικών και άλλων ειδικών φαρμάκων, τα οποία διατίθενται σε όλο και περισσότερους ασθενείς. Το κόστος αναμένεται να εκτιναχθεί σε ορισμένους θεραπευτικούς τομείς, όπως η ογκολογία, η πολλαπλή σκλήρυνση και οι σπάνιες παθήσεις.

Υπάρχουν εκτιμήσεις ότι οι υψηλές τιμές δεν αντανακλούν πάντοτε στα πραγματικά οφέλη στην υγεία των ασθενών, όπως αυτά μετρώνται με την αύξηση της διάρκειας επιβίωσης. Το γεγονός αυτό δημιουργεί ερωτήματα για τα συστήματα Υγείας.

Την ίδια ώρα, εγείρονται άλλα ερωτήματα για το εάν οι αυξημένες επενδύσεις στους συγκεκριμένους θεραπευτικούς τομείς επιφέρουν τη μέγιστη δυνατή απόδοση σε σχέση με το μέγεθός τους.

Οδηγούν, τελικά, σε ερωτήματα για τη δυνατότητα κάλυψης ή την πρόσβαση του συνόλου των ασθενών στις συγκεκριμένες θεραπείες.

ΔΗΜ.Κ.

Επιπλέον Πληροφορίες

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου