ΙΑΤROI.EU.
Από σοβαρά και μη χείλη εκφέρονται τις τελευταίες εβδομάδες απόψεις πάνω σε μεταρρυθμίσεις ,που θεωρούνται σαν απαραίτητες, στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΠΦΥ). Με μια έννοια η ΠΦΥ έχει αναδυθεί στον αφρό της επικαιρότητας.
Αυτό φυσικά μπορεί να θεωρηθεί κατ αρχήν , σαν ένα ιδιαίτερα θετικό γεγονός. Στις σημερινές συνθήκες της οικονομικής κρίσης είναι αναμφίβολο πως απαιτείται συνολική αναδιοργάνωση του συστήματος Υγείας , άρα και της ΠΦΥ. Μια αναδιοργάνωση , μάλιστα που και τις «παλιές» – πάγιες θεσμικές αδυναμίες , αλλά και την σύγχρονη υγειονομική , συνδεδεμένη με την οικονομική , κρίση να καλύψει. Μια αναδιοργάνωση που να βασίζεται και στα διεθνή επιστημονικά δεδομένα και εξελίξεις αλλά και στις ιδιαιτερότητες της χώρας και της περιόδου που αυτή βιώνει.
Δυστυχώς όμως γίνεται φανερό πως αφετηρία αυτής της συζήτησης δεν είναι οι ανάγκες αλλά η «αναγκαιότητα» συμμόρφωσης της κυβερνητικής ομάδας σε μια συγκεκριμένη μνημονιακή «υποχρέωση». Αυτή των διαθεσιμοτήτων – απολύσεων συγκεκριμένου αριθμού δημοσίων υπαλλήλων. Παρά την «οργίλη» αντίδραση ενός Υπουργού περί του αντιθέτου , όταν διεκδίκησε όλη τη «δόξα» για λογαριασμό του, η πραγματικότητα είναι αυτή και δεν μπορεί κανείς να την αρνηθεί.
Με αυτή την οπτική και πάλι δυστυχώς , πρέπει να αναλυθούν οι προτάσεις που κατατίθενται ,για την ακρίβεια προς το παρόν διαδίδονται , σχετικά με τις μεταρρυθμίσεις στον ΕΟΠΥΥ.
Εκφέρεται από κυβερνητικά χείλη και τείνει να γίνει αποδεκτό και από μερίδα , μικρή , της επιστημονικής κοινότητας και ευρύτερα της κοινωνίας με την συνηγορία πολλών ΜΜΕ , η άποψη περί ασυμβίβαστου των χειρουργικών ειδικοτήτων με την Πρωτοβάθμια Υγεία. Είναι όμως έτσι;
Είναι γνωστό πως τρεις μεγάλες κατηγορίες – τομείς ιατρικών ειδικοτήτων υφίστανται. Παθολογικές , Χειρουργικές και Εργαστηριακές.
Είναι επίσης σαφές πως η ύπαρξη και η ορθολογική λειτουργία της ΠΦΥ είναι προϋπόθεση για την εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία της Δευτεροβάθμιας και Τριτοβάθμιας ΦΥ.
Διεξάγεται , τις τελευταίες δεκαετίες διεθνώς , ένας πολύ γόνιμος διάλογος σχετικά με την οργάνωση των συστημάτων υγείας , την διακριτή οντότητα αλλά και την λειτουργική διασύνδεση των τριών βαθμίδων υγείας , την διάκριση των ιατρικών ειδικοτήτων , την πιθανή κατανομή τους ανά βαθμίδα κλπ. Επίσης γύρω από την λειτουργική διάκριση της διάγνωσης από την θεραπεία στην διαδικασία της ιατρικής πράξης , με την έννοια της «χωροθέτησης» της , επίσης ανά ειδικότητα και ανά βαθμίδα. Αν μπορούσαμε να συνοψίσουμε τα πεδία αυτού του διαλόγου , θα λέγαμε ότι μπορεί να διακρίνει κανείς δυό σχήματα (μοντέλα) λειτουργίας , δυό modus vivendi , που πηγάζουν από δυό τρόπους σκέψης. Το ατομικό και το συλλογικό. Το πρώτο είναι το μοντέλο που βασίζεται στον γιατρό «άνθρωπο– ορχήστρα» , ενώ το δεύτερο είναι προσανατολισμένο στην μέσα από την «ομάδα υγείας» παροχή της ιατρικής περίθαλψης.
Δεν είναι όσο απλή φαντάζει η ιδεολογική επένδυση- αντιστοίχηση των δυό μοντέλων , δεν σημαίνει όμως και ότι δεν υπάρχει τελικά. Και η σχέση γιατρού ασθενή είναι αυστηρά προσωπική και η εξέλιξη της τεχνολογίας όμως έχει επιβάλλει την συλλογικότητα σε κάθε σχεδόν μορφή ανθρώπινης εργασίας , άρα και στην Ιατρική. Εύλογο είναι ότι σε ένα καλά σχεδιασμένο σύστημα υγείας ένας συνδυασμός των δυό μοντέλων θα είναι σε ισχύ. Είναι όμως σαφές πως ένα μοντέλο θα επιλεγεί σαν κυρίαρχο. Οι λόγοι πρέπει είναι λειτουργικοί-επιστημονικοί και όχι «ιδεολογικοί».
Από την λειτουργική ακριβώς άποψη ζητούμενο παραμένει η συγκεκριμένη με βάση γεωγραφικά , πληθυσμιακά , επιδημιολογικά , οικονομικά , κοινωνιολογικά και άλλα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε περιοχής , σκιαγράφηση ενός Χάρτη Υγείας. Για παράδειγμα άλλη διάρθρωση και άλλη στελέχωση θα πρέπει να έχουν οι μονάδες ΠΦΥ , στην Αμοργό , άλλη στο Περιστέρι , άλλη στην Πτολεμαΐδα , άλλη στο Ναύπλιο και άλλη στο Αγαθονήσι.
Κατά συνέπεια διαρροές του τύπου , «κατάργηση των χειρουργικών ειδικοτήτων από την ΠΦΥ» , πρέπει να καταδειχθούν σαν αντιεπιστημονικές. Με πρόφαση το γεγονός ότι ένα μέρος του θεραπευτικού έργου αυτών των ειδικοτήτων (χειρουργεία) είναι ενδονοσοκομειακό , επιχειρείται να αγνοηθεί το διαγνωστικό τους έργο αλλά και μέρος του θεραπευτικού (συντηρητική αγωγή και μικροεπεμβάσεις). Πρόκειται για «ιατρικό λαϊκισμό» (ας μου συγχωρεθεί ο νεολογισμός) . Πράγματι όσοι δεν είναι γιατροί (αλλά μερικές φορές και οι ίδιοι οι γιατροί , όταν φευ περάσουμε αντίπερα και ασθενήσουμε) έχουν την τάση να θεωρούν τον χειρουργό σαν έναν περίπου μάγο που στις 3 , 5 , 10 ώρες του χειρουργείου μπορεί να «γιάνει» τον ασθενή του. Στην πραγματικότητα δεν είναι βέβαια καθόλου έτσι. Πάρα πολλές ιατρικές «εργατοώρες» πρέπει να αφιερωθούν στον ασθενή αυτόν , πριν και μετά την «κρίσιμη» ώρα του χειρουργείου , πάντα σχεδόν με την επιπρόσθετη ενασχόληση και άλλων ειδικοτήτων. Η πλειοψηφία αυτών των μη χειρουργικών ωρών των χειρουργικών ειδικοτήτων είναι ή μπορεί να είναι μη νοσοκομειακές . Μεταφέροντας τες κανείς στην δευτεροβάθμια (ή και συχνότατα απευθείας στην τριτοβάθμια περίθαλψη) είναι σαφές πως την επιβαρύνει μέχρι απορρύθμισης. Η λύση προφανώς βρίσκεται στην κατεύθυνση της λειτουργικής διασύνδεσης , της ενιαιοποίησης των τριών βαθμίδων. Γιατροί της πρώτης βαθμίδας χειρουργικών (και σε ορισμένες περιοχές (υγειονομικός χάρτης) όχι μόνο) ειδικοτήτων θα ασκούν ένα μέρος του θεραπευτικού τους έργου (δηλαδή θα χειρουργούν) σε δομές της δεύτερης βαθμίδας (Δευτεροβάθμια Νοσοκομεία). Το αντίστροφο , το μοντέλο του γιατρού – επισκέπτη , αποπροσωποποιεί σημαντικά τη σχέση με τον ασθενή , αδρανοποιεί την λειτουργία της δομής «ομάδα υγείας» στην Πρώτη βαθμίδα , μεταφέρει έργο στο χώρο όπου λιγότερες ώρες (και σίγουρα λιγότερες φορές) «χρειάζεται» τον ασθενή , μπορεί όμως να αποτελέσει εξαιρετική λύση σε πολλές και συγκεκριμένες (χάρτης υγείας) μονάδες. Ταυτόχρονα και ας ειπωθεί εδώ , η χώρα είναι απαράδεκτο να μη διαθέτει μόνιμη κινητή (πλοίο) δομή δευτεροβάθμιας φροντίδας υγείας.
Στις λίγες γραμμές που προηγήθηκαν , έγινε μια προσπάθεια να καταδειχθεί το ,έως γελοιότητας, ατελέσφορο των «υπό πίεση» (της τρόικας) αποφάσεων για την υγεία που διέπει τις συγκεκριμένες κυβερνητικές εξαγγελίες. Θα αρκούσε ίσως το ερώτημα «μα πώς να εμπιστευτεί κανείς μια ριζική μεταρρύθμιση δυό μόλις χρόνια μετά την ριζική της μεταρρύθμιση» , αλλά ακούγεται σαν γλωσσοδέτης. Έγινε όμως και μια προσπάθεια να τεθούν σε συγκεκριμένα πλαίσια και για συγκεκριμένο , προς το παρόν , θέμα οι βάσεις ενός διαλόγου που δεν έγινε. Φιλοδοξία κάθε άποψης είναι πάντα ο αντίλογος.
2/12/2013 Κωστάκης Προκόπης
Αντιπρόεδρος Ιατρικού Συλλόγου Αργολίδας
Πρόεδρος ΣΕΥΠΙΚΑ Αργολίδας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου