Πληθαίνουν καθημερινά τα στοιχεία στην χώρα, τα οποία μιλάνε για έλλειψη της πρόσβασης των ασθενών και των χρονίως πασχόντων είτε σε μονάδες υγείας, είτε στον γιατρό τους.
Πληθαίνουν καθημερινά τα στοιχεία στην χώρα, τα οποία μιλάνε για έλλειψη της πρόσβασης των ασθενών και των χρονίως πασχόντων είτε σε μονάδες υγείας, είτε στον γιατρό τους.
Η Ελλάδα της κρίσης είναι ακόμη εδώ και αγκομαχάει, μακριά από το πέπλο των εκλογών και της παραφιλολογίας για τον ανασχηματισμό και το ελάχιστο που μπορούν να κάνουν οι Ενώσεις των Ασθενών, είναι να κοινοποιούν τουλάχιστον τα δεδομένα που έχουν, αναφορικά με τις ευαίσθητες αυτές ομάδες ανθρώπων.
Οι ασθενείς με ρευματικά νοσήματα- μία ακόμη ομάδα χρονίως πασχόντων- όπως έγινε χθες γνωστό κατά την διάρκεια του συνεδρίου «Θεραπευτική Συμμαχία» που οργάνωσε η Boussias Communication αντιμετωπίζουν τεράστια προβλήματα, καθώς είτε δεν επισκέπτονται τον γιατρό τους όπως παλιά, είτε δεν έχουν πρόσβαση σε θεραπεία και φάρμακα, είτε δεν διαθέτουν τα αναγκαία χρήματα για να επισκεφθούν ένα ιδιωτικό κέντρο. Επιπλέον, από τους συνολικά 360 περίπου Έλληνες ρευματολόγους μόνο το 10% υπηρετεί σε Νοσοκομεία του ΕΣΥ ή Πανεπιστημιακές Κλινικές (κυρίως στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και τις Πανεπιστημιακές Κλινικές της Επαρχίας).
Επίσης, αβέβαιη παραμένει η παραμονή ρευματολόγων (20% του συνολικού αριθμού τους) στις κρατικές δομές της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας μετά τις πρόσφατες μεταρρυθμίσεις (ΠΕΔΥ). Έτσι οι περισσότεροι ρευματολόγοι απασχολούνται στο ιδιωτικό τους ιατρείο κυρίως στα αστικά κέντρα. Στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι πάσχουν από Ρευματοειδή Αρθρίτιδα τουλάχιστον 67.000 άτομα και από Σπονδυλαρθρίτιδες τουλάχιστον 49.000 άτομα.
Αυτή είναι λοιπόν η κατάσταση των ασθενών με ρευματικά νοσήματα σήμερα, στην Ελλάδα των μνημονίων και της ανάλγητης στρατηγικής που εξαντλήθηκε από όλο το κυβερνητικό επιτελείο στα πρόσωπα των ευαίσθητων αυτών κοινωνικών ομάδων.
Ένα άλλο σημείο το οποίο επισημάνθηκε ιδιαίτερα χθες κατά την διάρκεια του συνεδρίου με χορηγό επικοινωνίας το onMed- είναι η τεράστια γραφειοκρατία που υπάρχει στον ΕΟΠΥΥ για τις ομάδες αυτές των ασθενών. Όπως τόνισε μάλιστα ειδικότερα ο Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ρευματολογικής Εταιρείας κ. Παναγιώτης Τρόντζας, «το να ζητάει ο ΕΟΠΥΥ από τους ρευματολογικούς ασθενείς γνωμάτευση για την ασθένειά τους αγγίζει τα όρια της διαπλοκής», προσθέτοντας πως είναι ανάγκη να υπάρξει μία καλύτερη οργάνωση μέσα από την δημιουργία κατευθυντηρίων Οδηγιών καθώς και εκπαίδευση προκειμένου να πάμε στην λογική του κόστους- αποτελέσματος (cost – effectiveness). Για παράδειγμα όπως τόνισε, δεν μπορεί ένας ρευματολογικός ασθενής να λαμβάνει εσαεί βιολογικούς παράγοντες, διότι θα πρέπει να μείνουν πόροι και για τους υπόλοιπους ασθενείς.
Οι πόροι δεν περισσεύουν σήμερα, όπως τόνισε και ο επίκουρος καθηγητής Πολιτικής και Οικονομικών της Υγείας κ. Κυριάκος Σουλιώτης και για τον λόγο αυτό, είναι ανάγκη να γίνει η καλύτερη δυνατή αξιοποίησή τους. Με δεδομένο δε, ότι έχουν μειωθεί και οι κοινωνικές δαπάνες, τότε είναι αδήριτη ανάγκη ό,τι ξοδεύουμε να γίνεται πλέον σε λελογισμένα πλαίσια.
Επίσης, κάτι άλλο το οποίο επισημάνθηκε με έμφαση, είναι η αναγκαιότητα να συνεργαστούν όλες οι Ενώσεις για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα προς όφελος του ασθενή.
Το Εθνικό Σχέδιο Δράσης το οποίο εκπονείται, όπως τόνισε ο κ. Τρόντζας, μπορεί να βοηθήσει στην κατεύθυνση αυτή, με στόχο, να μειώσουμε την επίπτωση των παθήσεων σε προσωπικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο. «Είμαστε αποφασισμένοι να ζητήσουμε χορηγίες από τις φαρμακευτικές επιχειρήσεις και να διεκδικήσουμε επίσης χρήματα από το 2ο ΕΣΠΑ», υπογράμμισε ο κ. Τρόντζας, για την υλοποίηση του εγχειρήματος, ωστόσο και πάλι το ερώτημα που αναφύεται εύλογα, είναι, και η Πολιτεία τι θα κάνει;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου