Σελίδες

Τετάρτη 24 Απριλίου 2019

Στα ύψη η ιδιωτική δαπάνη για φάρμακα


Το 2018 οι ασφαλισμένοι πλήρωσαν 1,64 δισ. ευρώ, από τα οποία τα 364 εκατ. αφορούν τη θεσμοθετημένη συμμετοχή του ασθενούς, τα 261 εκατ. προέρχονται από τη διαφορά λιανικής τιμής και τιμής αποζημίωσης, 115 εκατ. ευρώ από φάρμακα της αρνητικής λίστας και 635 εκατ. ευρώ για συνταγογραφούμενα φάρμακα που όμως ο ασθενής επέλεξε να μην κάνει χρήση του ασφαλιστικού του δικαιώματος

Ολο και πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη καλείται να βάλει ο ασθενής για να προμηθευτεί τα απαραίτητα για την υγεία του φάρμακα. Για το 2018 πλήρωσε 1,640 δισ. ευρώ συνολικά!

Από αυτά, 625 εκατομμύρια έδωσε συμμετέχοντας στη δημόσια εξωνοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη, δηλαδή για φάρμακα που αποζημιώνει ο ΕΟΠΥΥ, και 1,015 δισ. ευρώ για τα φάρμακα που δεν αποζημιώνει ο ΕΟΠΥΥ ή για φάρμακα που τα αποζημιώνει αλλά ο ασθενής επέλεξε να τα αγοράσει ιδιωτικά γιατί ο λογαριασμός έρχεται μία η άλλη.

H σημαντική μείωση της συμβολής του Δημοσίου στη φαρμακευτική δαπάνη είχε αποτέλεσμα τη μετακύλισή της στον ασθενή.

Από τα 625 εκατομμύρια που πλήρωσε ο ασθενής για τα αποζημιούμενα φάρμακα το 2018, τα 364 εκατ. ευρώ αφορούσαν τη θεσμοθετημένη συμμετοχή του (0%, 10%, 25%) επί της τιμής αποζημίωσης, ενώ τα 261 εκατ. ευρώ την επιβάρυνση που προκύπτει από τη διαφορά λιανικής τιμής και τιμής αποζημίωσης (όταν ο ασθενής επιλέγει φάρμακο με λιανική τιμή υψηλότερη της τιμής αποζημίωσης).

Σε αυτά τα 625 εκατομμύρια ευρώ προστίθεται και 1,015 δισ. ευρώ που πλήρωσε ο ασθενής εξ ολοκλήρου από την τσέπη του.

Από αυτά, 265 εκατομμύρια ευρώ πλήρωσε για Μη Συνταγογραφούμενα Φάρμακα (ΜΗΣΥΦΑ), 115 εκατομμύρια ευρώ για φάρμακα της Αρνητικής Λίστας που δεν αποζημιώνονται και 635 εκατομμύρια ευρώ για συνταγογραφούμενα φάρμακα που όμως ο ασθενής επέλεξε να μην κάνει χρήση του ασφαλιστικού του δικαιώματος και να τα πληρώσει εξ ολοκλήρου από την τσέπη του.

Ο λόγος γίνεται για φάρμακα που κοστίζουν κατά μέσο όρο 7 ευρώ και που για να πάρει ο ασθενής τη συνταγή γιατρού πρέπει να πληρώσει 10 ευρώ την επίσκεψη.

Οπότε ο ασθενής προσπερνάει το βήμα της συνταγογράφησης και πληρώνει τα φάρμακα αυτά από την τσέπη του.

Τα παραπάνω αποτυπώνονται, μεταξύ άλλων, στην έκδοση του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) και του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ) «Η φαρμακευτική αγορά στην Ελλάδα: γεγονότα και στοιχεία 2018» που παρουσιάστηκε χθες σε ειδική συνέντευξη Τύπου.

Ο ασθενής αφέθηκε στην τύχη του


Η φαρμακευτική κάλυψη στη χώρα μας συρρικνώθηκε και απαξιώθηκε κατά την τελευταία δεκαετία.

Ο ασθενής αφέθηκε σχεδόν στην τύχη του, να πληρώνει συνεχώς από την τσέπη του για να καλύψει τις ανάγκες του σε φάρμακα.

Το φάρμακο δεν αντιμετωπίζεται ως αγαθό αλλά ως εμπόρευμα σε ένα πλαίσιο συνολικής εμπορευματοποίησης της υγείας.

Ολες αυτές οι πληρωμές των ασθενών συμβαίνουν την ώρα που η δημόσια εξωνοσοκομειακή κρατική χρηματοδότηση κατά την τελευταία τετραετία παραμένει καθηλωμένη στο 1,945 δισ. ευρώ.

Η μείωσή της δε υπήρξε ραγδαία την περίοδο 2009-2018 κατά 61%!


Υπενθυμίζεται ότι το 2009 η συμμετοχή των ασθενών ήταν 9%, το 2014 ήταν 25% και το 2016 άγγιζε το 30%, όπως έχει πει στην «Εφ.Συν.» ο υπουργός Υγείας Ανδρέας Ξανθός.

Καθίσταται σαφές ότι η σημαντική μείωση της συμβολής του Δημοσίου στη φαρμακευτική δαπάνη είχε αποτέλεσμα τη μετακύλισή της στον ασθενή.

Στον χαιρετισμό του, χθες, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ), Ολύμπιος Παπαδημητρίου, είπε μεταξύ άλλων ότι «η φαρμακοβιομηχανία έχει συνεισφέρει 5,3 δισεκατομμύρια ευρώ την περίοδο 2012-2018 σε υποχρεωτικές εκπτώσεις και επιστροφές. Πρακτικά δηλαδή χρηματοδοτήσαμε τη φαρμακευτική περίθαλψη των πολιτών με αυτό το ποσό».

Για το 2018, σύμφωνα με την έκθεση, η συμμετοχή της φαρμακοβιομηχανίας στη φαρμακευτική δαπάνη εκτιμάται ότι θα φτάσει τα 990 εκατομμύρια ευρώ.

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, δεν μπορεί να εξισώνεται η συμμετοχή των ασφαλισμένων με εκείνη της φαρμακοβιομηχανίας.

Σύμφωνα με τα δημοσιευμένα στοιχεία στον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων (ΕΟΦ), η αξία των φαρμάκων που διακινήθηκαν στη χώρα το 2015 έφτανε τα 5,603 δισ. ευρώ, το 2016 αυξήθηκε σε 5,820 δισ. και το 2017 ήταν 5,779 δισ. ευρώ.

Το καθαρό κέρδος της φαρμακοβιομηχανίας, σύμφωνα με την ICAP, είναι μεσοσταθμικά 5% και το μικτό κέρδος 32%.

«Είναι σαφές ότι ο ρυθμός αυτός δεν μπορεί να συνεχιστεί και μας ανησυχεί ιδιαίτερα ότι το πρώτο δίμηνο του 2019 έχουμε μια υπέρβαση της υπέρβασης (σ.σ. της φαρμακευτικής δαπάνης από την οποία προκύπτει η επιστροφή χρημάτων από τη φαρμακοβιομηχανία στο κράτος) σε σχέση με το πρώτο δίμηνο του 2018 της τάξης του 16%», επισήμανε ο πρόεδρος του ΣΦΕΕ και πρόσθεσε πως «όλα αυτά είναι μηνύματα που μας λένε ότι η είσοδος καινοτόμων θεραπειών στη χώρα θα είναι προβληματική, ενώ δεν μπορούμε να αποκλείσουμε και την πιθανότητα να διακινδυνεύσει η διαθεσιμότητα ήδη διαθέσιμων καθιερωμένων θεραπειών. Είναι γεγονός ότι βγήκαμε πράγματι από τα μνημόνια, αλλά τουλάχιστον για τον χώρο του φαρμάκου δεν νομίζω ότι σε καμία περίπτωση βγήκαμε από την κρίση», τόνισε ο κ. Παπαδημητρίου.

«Αυτοθεραπεία»

Για τους ασθενείς που δεν... βγαίνουν, η διέξοδος είναι η «αυτοθεραπεία», η επιλογή δηλαδή φαρμάκων από αυτά που τους γράφουν οι γιατροί, λόγω αδυναμίας να αγοράσουν όλα όσα χρειάζονται.

Την ίδια ώρα, οι συνταξιούχοι ξοδεύουν τουλάχιστον μία σύνταξη τον χρόνο για τα φάρμακά τους, ενώ ζουν και βασιλεύουν τα τεφτέρια στα φαρμακεία, όπως παλιά στα μπακάλικα.

Σύμφωνα με τη μελέτη ΙΟΒΕ-ΣΦΕΕ, την περίοδο της κρίσης η δαπάνη των νοικοκυριών για την υγεία μετατοπίστηκε κυρίως στην κάλυψη της φαρμακευτικής και νοσοκομειακής περίθαλψης.

Συγκεκριμένα, από τα 103 εκατομμύρια ευρώ μηνιαίας δαπάνης των νοικοκυριών για την υγεία το 34,2% αφορά τη φαρμακευτική περίθαλψη και το 31,5% την κάλυψη νοσοκομειακών αναγκών, έναντι 13,6% για οδοντιατρικές ή άλλες ιατρικές υπηρεσίες (11,4%) που κατείχαν μεγαλύτερο μερίδιο το 2009.

Η χώρα μας είναι σε χειρότερη θέση σε σύγκριση τόσο με τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου όσο και με τις χώρες συνολικά της Ευρωπαϊκής Ενωσης, σύμφωνα με την ειδική έκδοση.

Συγκεκριμένα, η συνολική χρηματοδότηση για δαπάνες υγείας υποχώρησε κατά 30,9% στη χώρα μας την περίοδο 2010-2017, τη στιγμή που αυξήθηκε και στις νότιες χώρες (0,9%) και στις χώρες της Ε.Ε. (10%).

Παράλληλα, η δημόσια χρηματοδότηση για δαπάνες υγείας την ίδια περίοδο μειώθηκε στην Ελλάδα κατά 38,2% τη στιγμή που στις χώρες του Νότου μειώθηκε κατά 4,8%, ενώ στις χώρες της Ε.Ε. αυξήθηκε κατά 14%.

Η μείωση της δημόσιας χρηματοδότησης είχε αποτέλεσμα τη μετατόπιση των δαπανών για την υγεία στον ιδιωτικό τομέα, όπου η ιδιωτική χρηματοδότηση έφτασε στο 39% το 2016, ενώ στις χώρες του Νότου είναι 28% και στην Ε.Ε. 20%.

Ωστόσο, οι ανάγκες του πληθυσμού για δαπάνες υγείας επηρεάζονται από ορισμένα δημογραφικά χαρακτηριστικά.

Στη χώρα μας παρατηρείται: υψηλό προσδόκιμο επιβίωσης (81,5 έτη), αρνητικό πρόσημο φυσικής μεταβολής (γεννήσεις-θάνατοι) και αύξηση του γηραιότερου πληθυσμού.

Στη φετινή έκθεση, αναδεικνύεται το μεγάλο ζήτημα του δημογραφικού, καθώς διαχρονικά σημειώνεται μείωση των γεννήσεων (κατά 36.000 άτομα το 2017) και αύξηση του γηραιότερου πληθυσμού (άνω των 65 ετών), από 21,9% του συνολικού πληθυσμού το 2017 στο 36,5% το 2050.

Ακόμα, επισημαίνεται η αυξανόμενη ανάγκη για φαρμακευτική και υγειονομική περίθαλψη, κάτι που συνεπάγεται και αυξημένη ανάγκη για δημόσια χρηματοδότηση σε δαπάνες υγείας και φαρμακευτική κάλυψη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου