Σελίδες

Πέμπτη 2 Μαΐου 2019

Οι επιπτώσεις της γήρανσης του Ελληνικού πληθυσμού στο σύστημα υγείας και κοινωνικής πολιτικής

Οι διαπιστώσεις της ερευνήτριας κ. Καραγιαννίδου για την γήρανση του πληθυσμού στην Ελλάδα και την ΕΕ και οι λύσεις που προτείνονται για την επιβίωση των υγειονομικού μας συστήματος που κινδυνεύει να καταρρεύσει μέχρι το 2050.


Την άμεση αναγκαιότητα να διασφαλιστεί ένα σταθερό αλλά παράλληλα τολμηρό, καινοτόμο και υπερβατικό μοντέλο χρηματοδότησης της κοινωνικής φροντίδας, επισημαίνει η κα. Μαρία Καραγιαννίδου, Ερευνήτρια (research officer) στο Ινστιτούτο Μελέτης Κοινωνικών Υπηρεσιών - τμήμα Πολιτικής Υγείας του London School of Economics and Political Science (LSE), ενώ από τον Ιανουάριο του 2019 είναι υπεύθυνη της ομάδας άνοιας του LSE, τονίζοντας ότι σε κάθε άλλη περίπτωση το υγειονομικό μας σύστημα αλλά και το σύστημα κοινωνικής φροντίδας θα καταρρεύσει μέχρι το 2050. Στο πλαίσιο αυτό προτείνει σε πρώτη προτεραιότητα τη συγχώνευση του προγράμματος "Βοήθεια στο Σπίτι" με τα Κέντρα Ανοιχτής Προστασίας Ηλικιωμένων (ΚΑΠΗ) και τη δημιουργία ενός νέου ισχυρού φορέα παροχής διασυνδεδεμένων υπηρεσιών για τους ηλικιωμένους.

Τα άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών αντιπροσωπεύουν σήμερα στη χώρα μας ποσοστό πάνω από το 21,3% του πληθυσμού και σύμφωνα με τις προβλέψεις το 2030 θα είναι περίπου το 30% του πληθυσμού ενώ το 2050 θα είναι πάνω από το 1/3 του πληθυσμού.

Oπως αναφέρει, η γήρανση του πληθυσμού μετατρέπεται γεωμετρικά σε ένα από τα πιο ακανθώδη και δυσεπίλυτα ζητήματα των συστημάτων υγείας και των κοινωνικών υπηρεσιών.

Συγκεκριμένα:

Από το 2015 μέχρι το 2030 ο πληθυσμός των ανθρώπων άνω των 60 ετών αναμένεται να αυξηθεί κατά 56% - από 900 εκ. δηλαδή στο 1.5 δισεκατομμύριο.
Με βάση τις εκτιμήσεις των Ηνωμένων Εθνών για την προοπτική εξέλιξης του παγκόσμιου πληθυσμού από το 2010 μέχρι το 2050, προβλέπεται αύξηση 188% για τα άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών, 351% για τα άτομα ηλικίας άνω των 85 ετών και 1004% για τα άτομα που ξεπερνούν τα 100 χρόνια.
Αυτές οι εντυπωσιακές αυξήσεις των ατόμων της τρίτης ηλικίας βρίσκονται σε αντιδιαστολή με μία αύξηση μόλις 22% του γενικού πληθυσμού ηλικίας από 0-64 ετών για το ίδιο χρονικό διάστημα.
Μπροστά μας έχουμε να αντιμετωπίσουμε μια πολύ δύσκολη πραγματικότητα που θα ταράξει συθέμελα το σύστημα υγειονομικής και κοινωνικής φροντίδας, τη γήρανση του πληθυσμού μας.
Στην πρόσφατη έκθεση της η Παγκόσμια Τράπεζα χαρακτηρίζει τη γήρανση του πληθυσμού ως έναν από τους δύο παράγοντες που (εάν δεν ληφθούν μέτρα) θα επηρεάσουν αρνητικά τα επόμενα χρόνια την ανάπτυξη κάθε χώρας και τη βιωσιμότητα των υγειονομικών/κοινωνικών υπηρεσιών (World Economic Outlook, Απρίλιος 2018).
Εάν σήμερα δεν δράσουμε με ακριβείς και ολιστικούς σχεδιασμούς, καινοτόμα και υπερβατικά το σύστημα υγείας και κοινωνικής πρόνοιας της Ελλάδας θα συνεχίσει να επιπλέει για ένα διάστημα ακόμη και σε λίγα χρόνια από τώρα θα βυθιστεί.

Ειδικότερα στην χώρα μας:

Η Ελλάδα κατατάσσεται στις πρώτες θέσεις μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη γήρανση του πληθυσμού (ποσοστό αύξησης 21,4%) έναντι του μέσου όρου. της ΕΕ 17,2%.
Τα άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών αντιπροσωπεύουν σήμερα στη χώρα μας ποσοστό πάνω από το 21,3% του πληθυσμού και σύμφωνα με τις προβλέψεις το 2030 θα είναι περίπου το 30% του πληθυσμού ενώ το 2050 θα είναι πάνω από το 1/3 του πληθυσμού.
Οι ηλικιωμένοι (65 ετών και άνω) αποτελούν σήμερα το 21,3% (αύξηση 0,3% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος και αύξηση 2,4% σε σύγκριση με 10 χρόνια πριν) του πληθυσμού της ΕΕ.
Σύμφωνα με τις καταγραφές της Eurostat, η Ιταλία (22,0%), η Ελλάδα (21,3%) και η Γερμανία (21,1%) έχουν τα υψηλότερα ποσοστά ατόμων ηλικίας άνω των 65 ετών σήμερα, ενώ η Ιρλανδία έχει το χαμηλότερο ποσοστό (13,2%).
Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του ΟΟΣΑ για την υγεία στην Ελλάδα (OECD, Health at a Glance 2018: OECD Indicators, OECD Publishing), μετά την ηλικία των 65 ετών τα δύο τρίτα των Ελλήνων (70%), που ζουν ως τα 81,1 έτη, πάσχουν από κάποια μορφή αναπηρίας που συνδέεται με νοσήματα όπως ο καρκίνος, ο διαβήτης, τα εγκεφαλικά, η υπέρταση, οι καρδιοπάθειες, η άνοια. Οι επιπτώσεις της γήρανσης στο NHS οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια σε γεωμετρική αύξηση των απαιτούμενων κονδυλίων και βεβαίως σε επιπλέον - υπέρ του δέοντος – πρόσληψη προσωπικού.
(Institute for Fiscal Studies -The Health Foundation – NHS Confederation, 2018)
Εάν δεν γίνουν σήμερα οι απαραίτητες αλλαγές ευρύτερα στον τρόπο λειτουργίας και προσέγγισης του συστήματος υγείας, τα επόμενα 15 χρόνια η ζήτηση της νοσοκομειακής φροντίδας στην Αγγλία θα αυξηθεί κατά 40% λόγω της γήρανσης του πληθυσμού!
Για να διατηρηθεί τα επόμενα 15 χρόνια στην Αγγλία το επίπεδο και η ποιότητα υπηρεσιών υγείας και κοινωνικής φροντίδας που υπάρχουν σήμερα, θα πρέπει να αυξάνεται ετησίως κατά 3.3% η χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό. Αναμένεται λοιπόν οι δαπάνες για την υγεία και την κοινωνική φροντίδα να αυξηθούν από το 7.3% του ΑΕΠ σήμερα στο 9.9% μέχρι το 2030!
Το NHS θα χρειαστεί -λόγω της γήρανσης του πληθυσμού- επιπλέον 179.000 προσωπικό μέσα στα επόμενα 5 χρόνια. Αυτή τη στιγμή ο Αγγλικός προϋπολογισμός "αντέχει" την πρόσληψη μόνο 79.0000 υπαλλήλων για το NHS την επόμενη 5ετία.

Αρα οι προκλήσεις που η ίδια διακρίνει και οι οποίες συνδέονται με τη γήρανση είναι οι εξής:

Συγκράτηση της νοσοκομειακής και φαρμακευτικής δαπάνης.
Επένδυση στην πρόληψη (πρωτοβάθμια-δευτεροβάθμια-τριτοβάθμια) και στην ΠΦΥ (παρόλο που υπάρχουν πολλές δυσκολίες στην εφαρμογή - για όλες τις χώρες).
Αποτελεσματικότερη μακροχρόνια φροντίδα: ποιοτικότερα κέντρα φροντίδας ηλικιωμένων και οικοτροφεία - επένδυση κυρίως στη φροντίδα στο σπίτι.

Αναφερόμενη ειδικότερα στην περίπτωση της Ελλάδος τόνισε ότι αποτελούν πλέον επιτακτική ανάγκη τα κάτωθι:

Οι πολιτικοί στην Ελλάδα θα πρέπει να κατανοήσουν ότι το δημογραφικό ΔΕΝ αφορά μόνο τις γεννήσεις και πως το πρόβλημα δεν λύνεται απλώς με επιδόματα. Αυτή είναι η μια όψη του προβλήματος…H άλλη είναι η γήρανση του πληθυσμού και ο καταστροφικός αντίκτυπός της στο σύστημα υγείας και κοινωνικών υπηρεσιών. Η κατανόηση του προβλήματος θα οδηγήσει σε απελευθέρωση περισσότερων κονδυλίων...
Να υπάρξει ενδυνάμωση της συνεργασίας μεταξύ του Υπουργείου Οικονομικών (δημοσιονομικές υπηρεσίες ευρύτερα) και των ειδικών πολιτική υγείας, ώστε να επιτευχθεί η καλύτερη δυνατή αξιοποίηση των διαθέσιμων οικονομικών πόρων με τη βέλτιστη απόδοση των συστημάτων υγείας και κοινωνικής φροντίδας.
Να γίνει αξιολόγηση των μεταρρυθμίσεων/διαρθρωτικών αλλαγών, που χρειάζονται οι υπηρεσίες υγείας και κοινωνικής φροντίδας, με βάση ισχυρά επιστημονικά δεδομένα και όχι με βάση τα πολιτικά και συντεχνιακά "θέλω".
Να υπάρξει επένδυση στην πρόληψη (πρωτοβάθμια-δευτεροβάθμια-τριτοβάθμια) και στην ΠΦΥ. Το μεγαλύτερο όφελος θα είναι η συγκράτηση της νοσοκομειακής δαπάνης.
Να μειωθεί η φαρμακευτική δαπάνη (και) μέσα από την προώθηση της ορθολογικής χρήσης των φαρμάκων με στόχο τη μείωση της πολυφαρμακίας και της υπέρ-συνταγογράφησης.
Το κεντρικό σύστημα προμηθειών καθώς και άλλα διοικητικά μέτρα μπορούν επίσης να μειώσουν σημαντικά τα κόστη στα συστήματα, χωρίς να μειώνουν την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών.
Η ανταλλαγή γνώσης και καλών πρακτικών στις παρεμβάσεις αλλά και στην δομή των υπηρεσιών-συστημάτων (ιδιαίτερα εντός της ΕΕ) αποδεδειγμένα οδηγεί στην βελτίωση της αποτελεσματικότητας των συστημάτων και στη μείωση της σπατάλης στην υγεία και στις κοινωνικές υπηρεσίες.
Αξιοποίηση της τεχνικής του leapfrogging.
Να δημιουργήσουμε μια νέα γενιά στελεχών πολιτικής υγείας που θα αναλάβουν την διπλωματία στην πολιτική υγείας (στους διεθνείς & ευρωπαϊκούς θεσμούς).
Να πραγματοποιηθεί ένας επιστημονικός σχεδιασμός μιας μακροχρόνιας φροντίδας που θα στηρίζει τη φροντίδα στο σπίτι παρά την ιδρυματοποίηση. Πέρα από τη συγκράτηση της δαπάνης, το συγκεκριμένο μέτρο βοηθά τους ανθρώπους που χρειάζονται φροντίδα να παραμένουν ανεξάρτητοι για μεγαλύτερο διάστημα.

Απαιτείται αλλαγή του μοντέλου αποφάσεων αναφορικά με την πολιτική υγεία και κοινωνικών υπηρεσιών.
Κάθε χώρα έχει τις δικές της διαδικασίες, επιρροές και κίνητρα στον τρόπο σχεδίασης των πολιτικών υγείας και κοινωνική φροντίδας. Σε κάποιες χώρες οι αποφάσεις είναι υπέρ-κομματικές και συνήθως οι παρεμβάσεις σχεδιάζονται από τεχνοκράτες, ειδικούς χωρίς κομματικές παρωπίδες. Η Ελλάδα –δυστυχώς- ανήκει ακόμη στις χώρες που σχεδιάζουν την πολιτική υγείας και κοινωνικής φροντίδας σε κομματικά και συντεχνιακά "σιλό".

Σύμφωνα με την ίδια, γίνεται κατανοητό ότι στην Ελλάδα, ο τομέας της μακροχρόνιας φροντίδας έχει αναπτυχθεί με αργό, ασύνδετο και αποσπασματικό τρόπο ενώ παράλληλα απουσιάζει η θεσμοθετημένη- ενιαία παροχή υπηρεσιών προς τις ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού και κυρίως προς τους ηλικιωμένους. Όμως, όπως λέει, σε μια χώρα που γηράσκει είναι απαραίτητο να διασφαλίσουμε ένα σταθερό αλλά παράλληλα τολμηρό, καινοτόμο και υπερβατικό μοντέλο χρηματοδότησης της κοινωνικής φροντίδας. Σε κάθε άλλη περίπτωση το υγειονομικό μας σύστημα αλλά και το σύστημα κοινωνικής φροντίδας δεν θα μπορεί να ανταπεξέλθει στο άμεσο μέλλον και αναπόφευκτα θα καταρρεύσει μέχρι το 2050 (OECD: Health at a glance, 2017).

Στο πλαίσιο αυτό προτείνει τη συγχώνευση του προγράμματος 'Βοήθεια στο Σπίτι' με τα Κέντρα Ανοιχτής Προστασίας Ηλικιωμένων (ΚΑΠΗ) και δημιουργία ενός νέου ισχυρού φορέα παροχής διασυνδεδεμένων υπηρεσιών για τους ηλικιωμένους.

Αναφέρει χαρακτηριστικά: "Το πρόγραμμα «Βοήθεια στο Σπίτι» αποτέλεσε μια σημαντική καινοτομία και αποδείχθηκε χρήσιμο για πολλούς συμπολίτες μας. Σήμερα η λειτουργία του είναι σε κίνδυνο παρόλο που το χρειαζόμαστε όσο ποτέ. Από την άλλη τα ΚΑΠΗ, που σήμερα ο αριθμός τους αγγίζει περίπου τα 1000, δημιουργήθηκαν πριν 34 χρόνια και μοιάζει να αντικατοπτρίζουν τις ανάγκες της δεκαετίας του ’80 καθώς έκτοτε ελάχιστα άλλαξαν στον τρόπο λειτουργίας τους"

Παράλληλα, προτείνει τη δημιουργία Διυπουργικής επιτροπής (Υπουργείο Υγείας και Υπουργείο Εσωτερικών) για την διασφάλιση της εφαρμογής όλων των διασυνδεδεμένων δράσεων για την προστασία της αξιοπρέπειας των ηλικιωμένων αλλά και τη συνεχή βελτίωση των προσφερόμενων υπηρεσιών, καθώς και την έναρξη κοινωνικού διαλόγου για τη δημιουργία ταμείου για τη μακροχρόνια φροντίδα ανθρώπων με χαμηλό εισόδημα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου