Γράφει ο Θωμάς Λούκας MSc, PhD, Πρόεδρος Ιατρικού Συλλόγου Λήμνου
Ο Θωμάς Λούκας Πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Λήμνου
HR
Είναι σαφές ότι το φετινό καλοκαίρι για τον τουρισμό θα βρει χέρι-χέρι τους ιδιοκτήτες καταλυμάτων με τους ιατρούς. Καθώς είμαστε μία από τις πρώτες χώρες της Μεσογείου, η οποία ανοίγει για τους τουρίστες, τα υπουργεία Τουρισμού και Υγείας προχώρησαν πριν από λίγες μέρες στη δημοσίευση της κοινής υπουργικής απόφασης (ΚΥΑ), με βάση την οποία θα λειτουργούν πλέον τα καταλύματα.
Τα Υγειονομικά Πρωτόκολλα, όπως τα μάθαμε, αποτελούν τη νέα καθημερινότητα τωn ξενοδοχείων και των ενοικιαζόμενων δωματίων. Απαραίτητη προϋπόθεση ομαλής διευθέτησης των απαιτήσεων που επιβάλλουν τα πρωτόκολλα φαίνεται να είναι η τακτική επικοινωνία του υπεύθυνου του κάθε καταλύματος με ιατρό.
Είναι σαφές πως η θέσπιση των υγειονομικών πρωτοκόλλων κινείται σε αχαρτογράφητα νερά και σαφέστερο πως σε μια τόσο μεγάλη προσπάθεια θα υπάρχουν και θολά σημεία τα οποία θα ζητούν διευκρίνηση.
Το θετικό σημείο είναι πως, για την ώρα, οι κυβερνητικοί χειρισμοί δείχνουν μια διάθεση να διορθώσουν τις όποιες παρεξηγήσεις και επιπλέον να δημιουργήσουν πρωτόκολλα, τα οποία από την μία θα προασπίζουν το αγαθό της δημόσιας υγείας, από την άλλη όμως να μην είναι τόσο δυσβάσταχτα ώστε να αποτελούν τροχοπέδη για την λειτουργία των τουριστικών επιχειρήσεων.
Απόδειξη των παραπάνω αποτελούν τα παρακάτω γεγονότα:
Πρώτα από όλα, στην αρχική διαβούλευση είχε εννοηθεί πως θα πρέπει κάθε κατάλυμα να έχει σύμβαση με ιατρό, αλλά όταν εκδόθηκε η ΚΥΑ, αυτό αποτελούσε υποχρέωση μόνο των καταλυμάτων που διέθεταν πέραν των 50 δωματίων. Επιπλέον, το θέμα της εκπαίδευσης των υπευθύνων της κάθε επιχείρησης ήταν κάτι που έμοιαζε Γολγοθάς, αλλά τελικά διευθετήθηκε όπως φαίνεται με την ανάρτηση του απαραίτητου εκπαιδευτικού υλικού στον ιστότοπο τόσο του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος, όσο και σε εκείνο του Υπουργείου Τουρισμού.
Τα ξενοδοχεία καραντίνας φαινόταν ότι θα ήταν ακόμα μία πληγή, αφού ελάχιστοι επιχειρηματίες εκδήλωναν ενδιαφέρον, και εδώ όμως έγιναν κάποιες διορθωτικές κινήσεις, όπως το γεγονός πως αυξήθηκε η αντιμισθία γι αυτά τα καταλύματα αλλά και το ότι δύναται, πλέον, αν δεν υπάρχει ξενοδοχείο καραντίνας σε μια περιοχή, να ορισθούν κάποια δωμάτια στο κατάλυμα που υπάρχει ύποπτο κρούσμα ως δωμάτια καραντίνας.
Τα προβλήματα που παρουσιάζονται από την πλευρά των ιατρών είναι άλλα:
Ένα μεγάλο μέρος της Ιατρικής κοινότητας σε πανελλήνιο επίπεδο δεν φαίνεται διατεθειμένο να προχωρήσει σε συμβάσεις με τα καταλύματα. Οι αιτίες πολλές. Αρχικά η υπογραφή της σύμβασης και η συνεπαγόμενη δέσμευση του ιατρού να εξετάζει ύποπτα περιστατικά, ανεξαρτήτου ώρας και μέρας, μοιάζει ενοχλητική.
Επιπλέον θολό είναι το τοπίο όσον αφορά την αντιμισθία των ιατρών. Στο σημείο αυτό το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο έχει καταθέσει τις απόψεις του και είναι υπό συζήτηση. όμως θεωρώ πως το θέμα της αντιμισθίας των ιατρών που θα συμβάλλονται με τα καταλύματα είναι κάτι μάλλον θα το καθορίσει ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης και άρα δεν χρειάζεται να αποτελεί αντικείμενο της παρούσας επιστολής.
Το δεύτερο μεγάλο θέμα είναι το ότι οι ιδιοκτήτες των καταλυμάτων, ειδικά στα μικρά επαρχιακά μέρη μοιάζει να επιθυμούν μια διαφορετικού είδους σχέση με τους ιατρούς, καθώς αποζητούν ουσιαστικά την συνδρομή ενός υγειονομικού συμβούλου.
Κάτι τέτοιο βέβαια απαιτεί ιδιαίτερο κόπο από μέρος των ιατρών καθώς θα πρέπει να εντρυφήσουν στην νέα ΚΥΑ, ώστε να γίνουν περισσότεροι πρακτικοί και χρηστικοί για τα καταλύματα. Στα μεγάλα αστικά κέντρα, το κενό αυτό, φαίνεται να το επωμίζονται ολόκληρες εταιρίες, οι οποίες αφαιρούν έναν βραχνά από τους ιδιοκτήτες.
Επιπλέον προβλήματα δημιουργούνται στο θέμα της διαχείρισης των ύποπτων κρουσμάτων. Η ΚΥΑ απαιτεί την έγγραφη καταγραφή ειδικού σχεδίου διαχείρισης, η οποία όμως στην παρούσα φάση δεν φαίνεται δυνατό να υλοποιηθεί σε καθολικό επίπεδο.
Οι λόγοι είναι οι εξής:
Αρχικά φαίνεται να μην έχει ξεκάθαρα διευκρινισθεί το, που θα αποστέλλονται τα δείγματα που λαμβάνουν οι ιδιώτες ιατροί από τα ύποπτα κρούσματα των καταλυμάτων. Θα κατευθύνονται σε ιδιωτικά εργαστήρια ή σε δημόσιες δομές; σε περίπτωση που ακολουθηθεί η δεύτερη οδός, πρέπει οι ιδιώτες ιατροί που θα εξετάζουν τα ύποπτα κρούσματα να λαμβάνουν υλικά από τις κατά τόπους δημόσιες δομές και να προάγεται εν γένει η συνεργασία μεταξύ τους;
Στο σημείο αυτό, αξίζει να αναφερθεί πως σημαντικότατη θα ήταν και η συνδρομή των Κινητών Ομάδων Υγείας (ΚΟΜΥ), που εξαγγέλθηκαν από τον Υπουργό Υγείας. Αυτές αποτελούνται από οδηγό και νοσηλευτή και ο σκοπός τους είναι η λήψη δειγμάτων για επιδημιολογικούς, και όχι μόνο, λόγους. Μπορούν δηλαδή, κατόπιν πρόσκλησης από τον ιατρό που εξέτασε το κρούσμα, να μεταβαίνουν στο κατάλυμα και να λαμβάνουν δείγμα.
Υπάρχουν όμως και σημεία, ιδιαίτερα στο νησιωτικό χώρο, τα οποία δεν καλύπτονται από ιδιώτες ιατρούς παρά μόνο από δημόσιους φορείς, όπως, χαρακτηριστικά αναφέρω, το νησί του Αγίου Ευστρατίου. Στην περίπτωση αυτή πρέπει ξεκάθαρα θα καθοριστεί ότι θα δύναται ιατρός του τοπικού κέντρου υγείας να μεταβαίνει σε κατάλυμα που υπάρχει ύποπτο κρούσμα και να λαμβάνει δείγμα. Αντίθετα, η μεταφορά του ύποπτου κρούσματος στο κέντρο υγείας σαφέστατα και δεν θα πρέπει να ενθαρρύνεται για λόγους Δημόσιας Υγείας.
Σε τουριστικούς προορισμούς όπου θα καταγραφούν και τα περισσότερα ύποπτα κρούσματα, θα πρέπει να γίνει αγώνας ώστε να μην χαθεί ο έλεγχος μέσα στην πληθώρα των πληροφοριών που θα υπάρχουν. Ο ορισμός ενός γενικού υπευθύνου, ο οποίος θα έχει τον έλεγχο της διαχείρισης των κρουσμάτων και θα παρακολουθεί την διεκπεραίωσή τους, σαφέστατα μοιάζει να είναι απόλυτα αναγκαίος.
Γίνεται ξεκάθαρο λοιπόν, με όλα τα παραπάνω ότι κάθε περιοχή της χώρας έχει διαφορετικές ανάγκες. Η έκδοση μιας ΚΥΑ που προσπαθεί να βάλει μια αρχική τάξη σε αυτό το τοπίο, πρέπει αναμφίβολα να την χαιρετήσουμε, αλλά ταυτόχρονα θα πρέπει να δοθούν και εξατομικευμένες λύσεις σε ειδικά προβλήματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου