Τι προβλέπει το Σύνταγμα εάν η αυριανή κάλπη δεν βγάλει αυτοδύναμο το πρώτο κόμμα. Ο κύκλος των διερευνητικών εντολών, ο ρόλος του Προέδρου της Δημοκρατίας και το «παραθυράκι» της δεδηλωμένης με… 120, 130 ή 140 έδρες!
Οι αυριανές εκλογές θα έχουν κάτι διαφορετικό από τις προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις. Άλλοι έχουν μιλήσει για «κατάρρευση του δικομματισμού», άλλοι για το περίφημο «τέλος της Μεταπολίτευσης», ενώ άλλοι ψάχνουν τους «νέους συσχετισμούς στην Κεντροαριστερά και την Κεντροδεξιά». Και εκτός συγκλονιστικού απροόπτου, όλα τα παραπάνω θα επιβεβαιωθούν αύριο στις 7 το απόγευμα, όταν οι κάλπες κλείσουν. Και τότε, σε τυπικό-θεσμικό επίπεδο, θα ξεκινήσει η διαδικασία των διερευνητικών εντολών.
Διεργασίες και ζυμώσεις
Αν υπήρχε αυτοδυναμία, τα πράγματα θα ήταν απλά: ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, τη Δευτέρα κιόλας, αφού κατ’ έθιμο θα ενημερωνόταν από τον απερχόμενο Πρόεδρο της Βουλής για τη σύνθεση της νέας Βουλής, θα καλούσε τον αρχηγό του πρώτου κόμματος στην Ηρώδου Αττικού και θα του έδινε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης. Αυτή τη φορά, όμως, προεξοφλείται η μη ύπαρξη αυτοδυναμίας και ξεκινά ένα πολιτικό πόκερ για δυνατούς παίκτες. Ήδη, στα κομματικά επιτελεία έχουν γίνει οι σχετικές συζητήσεις και ζυμώσεις για αυτή την παρτίδα, αφού όλοι πλέον ασχολούνται με την «επόμενη μέρα».
Σύμφωνα με το Σύνταγμα, προβλέπεται η διαδικασία των διερευνητικών εντολών στα τρία πρώτα κόμματα (ή στα τέσσερα πρώτα, αν το τρίτο και το τέταρτο ισοψηφήσουν σε απόλυτο αριθμό ψήφων, πράγμα πρακτικά απίθανο). Οι διερευνητικές εντολές έχουν διάρκεια τριών ημερών η καθεμία και σ’ αυτές τις τρεις ημέρες, ο κάθε αρχηγός είναι υποχρεωμένος είτε να βρει λύση -δηλαδή συμμαχίες με άλλα κόμματα για να εξασφαλίσει τη δεδηλωμένη της Βουλής- είτε μετά την παρέλευση τριών 24ώρων, επιστρέφει ως «άκαρπη» την εντολή στον Κάρολο Παπούλια. Οι εντολές δίδονται είτε στους αρχηγούς των τριών πρώτων κομμάτων ή αν το κόμμα δεν έχει αρχηγό (είτε λόγω δομής, όπως οι Οικολόγοι, είτε επειδή ο επικεφαλής του συνδυασμού έχει αποτύχει να εκλεγεί βουλευτής), τότε η εντολή δίνεται στο πρόσωπο που υποδεικνύει η Κοινοβουλευτική Ομάδα του εν λόγω κόμματος.
Η πρώτη διερευνητική εντολή δίνεται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας στον αρχηγό του πρώτου κόμματος, αυτού δηλαδή που διαθέτει τη σχετική πλειοψηφία στη Βουλή. Αν εκείνος δεν καταφέρει να αποσπάσει -είτε γραπτά, είτε προφορικά- τη στήριξη κόμματος ή κομμάτων, οι βουλευτές των οποίων επαρκούν για τη δεδηλωμένη, τότε η εντολή επιστρέφεται και στη συνέχεια δίνεται στον αρχηγό του δεύτερου σε δύναμη κόμματος. Αν δεν τελεσφορήσει κι αυτή, επαναλαμβάνεται η διαδικασία και για τον αρχηγό του τρίτου κόμματος. Εάν επιστραφεί ως άγονη και η τρίτη διερευνητική εντολή στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τότε ο Πρώτος Πολίτης της χώρας καλεί τους αρχηγούς όλων των κομμάτων σε σύσκεψη, προκειμένου να διερευνηθούν οι πιθανότητες συγκρότησης κυβέρνησης συνεργασίας. Εάν στη σύσκεψη επιβεβαιωθεί η αδυναμία να συγκροτηθεί μια τέτοια κυβέρνηση, τότε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας επιδιώκει το σχηματισμό Κυβέρνησης από όλα τα κόμματα της Βουλής για τη διενέργεια εκλογών. Αν αποτύχει και αυτό, τότε αναθέτει στον Πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας ή του Αρείου Πάγου ή του Ελεγκτικού Συνεδρίου το σχηματισμό κυβέρνησης, όσο το δυνατό ευρύτερης αποδοχής, για να διενεργήσει εκλογές και διαλύει τη Βουλή. Σημειωτέον ότι οι επαναληπτικές εκλογές διεξάγονται με λίστα και όχι με σταυρό.
Συνταγματικό «παραθυράκι»
Πάντως, δεν είναι απαραίτητο να διαθέτει ένα κόμμα ή μια συμμαχία κομμάτων 151 βουλευτές στην ψηφοφορία εμπιστοσύνης, ώστε να σχηματιστεί κυβέρνηση. Παρότι στο Σύνταγμα ρητώς διατυπώνεται στο άρθρο 37 ότι η επιδίωξη του συνταγματικού νομοθέτη είναι η κυβέρνηση να έχει την απόλυτη πλειοψηφία της Βουλής, στο άρθρο 86, παράγραφος 6 αναφέρεται: «Πρόταση εμπιστοσύνης δεν μπορεί να γίνει δεκτή, αν δεν εγκριθεί από την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων βουλευτών, η οποία όμως δεν επιτρέπεται να είναι κατώτερη από τα δύο πέμπτα του όλου αριθμού των βουλευτών». Μ’ άλλα λόγια, μία κυβέρνηση μπορεί να πάρει τη δεδηλωμένη εμπιστοσύνη της Βουλής, αν ψηφιστεί από 120 βουλευτές τουλάχιστον και λείπουν από τη Βουλή 61 βουλευτές! Οι 120 βουλευτές, σε αυτή την περίπτωση, αποτελούν την απόλυτη πλειοψηφία «των παρόντων βουλευτών», γιατί οι παρόντες είναι μόνο 239 και όχι 300. Αντιστοίχως, αν απουσιάσουν 40 βουλευτές, μία κυβέρνηση μπορεί να πάρει ψήφο εμπιστοσύνης αν συγκεντρώσει 131 ψήφους κ.ο.κ.
Πάντως, δεν είναι απαραίτητο να διαθέτει ένα κόμμα ή μια συμμαχία κομμάτων 151 βουλευτές στην ψηφοφορία εμπιστοσύνης, ώστε να σχηματιστεί κυβέρνηση. Παρότι στο Σύνταγμα ρητώς διατυπώνεται στο άρθρο 37 ότι η επιδίωξη του συνταγματικού νομοθέτη είναι η κυβέρνηση να έχει την απόλυτη πλειοψηφία της Βουλής, στο άρθρο 86, παράγραφος 6 αναφέρεται: «Πρόταση εμπιστοσύνης δεν μπορεί να γίνει δεκτή, αν δεν εγκριθεί από την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων βουλευτών, η οποία όμως δεν επιτρέπεται να είναι κατώτερη από τα δύο πέμπτα του όλου αριθμού των βουλευτών». Μ’ άλλα λόγια, μία κυβέρνηση μπορεί να πάρει τη δεδηλωμένη εμπιστοσύνη της Βουλής, αν ψηφιστεί από 120 βουλευτές τουλάχιστον και λείπουν από τη Βουλή 61 βουλευτές! Οι 120 βουλευτές, σε αυτή την περίπτωση, αποτελούν την απόλυτη πλειοψηφία «των παρόντων βουλευτών», γιατί οι παρόντες είναι μόνο 239 και όχι 300. Αντιστοίχως, αν απουσιάσουν 40 βουλευτές, μία κυβέρνηση μπορεί να πάρει ψήφο εμπιστοσύνης αν συγκεντρώσει 131 ψήφους κ.ο.κ.
Μ’ άλλα λόγια, αρχηγοί κομμάτων που θα κληθούν να στηρίξουν την κυβέρνηση συνεργασίας, μπορούν, αν δεν θέλουν να δώσουν ψήφο εμπιστοσύνης ή ανοχής, να… αποχωρήσουν απλώς από την ψηφοφορία. Πάντως, αξίζει να σημειωθεί ότι για να τρέψει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας τη διερευνητική εντολή σε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης, θα πρέπει να υπάρχει φανερά διαπιστωμένη (μέσω προφορικών ή γραπτών δηλώσεων των αρχηγών των κομμάτων) δεδηλωμένη προκαταβολικά. Δεν μπορεί, δηλαδή, ένας αρχηγός που θα λάβει διερευνητική εντολή αλλά θα εισπράξει αρνήσεις από τους υπόλοιπους αρχηγούς, να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή «πειραματικά».
MATRIX24.GR

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου