Παρασκευή 18 Μαΐου 2018

Αλήθειες και ψέματα για τη θεραπεία πρωτονίων κατά του καρκίνου


Αποτέλεσμα εικόνας για Θεραπεία πρωτονίων


Ακούστηκαν και γράφηκαν πολλά για το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν ανταποκρίθηκε στη δημιουργία Πρότυπου Ογκολογικού Κέντρου Αδρονικής Θεραπείας στην Θεσσαλία, μέσω του ευρωπαϊκού κέντρου CERN. Οι επιστήμονες που συμμετέχουν στο εγχείρημα εξέδωσαν ανακοίνωση, σε μία προσπάθεια να αποκαταστήσουν την αλήθεια.

Ας δούμε λοιπόν τι έχει ακουστεί από κυβερνητικά χείλη και τι λένε οι επιστήμονες:
Η θεραπεία πρωτονίων είναι σε πειραματικό στάδιο στάδιο (ψέματα: 30 χρόνια εφαρμόζεται με εκπληκτική επιτυχία).
Η θεραπεία αφορά μόνο στο 1% των ασθενών (ψέματα: Με απόλυτη ένδειξη αφορά το 10-15%, ήτοι 3000 ασθενείς ετησίως για την χώρα μας, ενώ οι ενδείξεις συνεχώς αυξάνονται)
Στην Ευρώπη είναι μόνο 2 Μονάδες (ψέματα: είναι ήδη 19 εγκατεστημένες)
Το Κέντρο θα κοστίσει 140 εκατομμύρια ευρώ (ψέματα: 50 εκ των οποίων ίδια χρηματοδότηση μόνο 10, τα υπόλοιπα ιδιωτικές επενδύσεις).
Δεν υπάρχει επιχειρηματικό πλάνο (ψέματα: έχουν κατατεθεί 102 σελίδες λεπτομερές πλάνο)

Δεν υπάρχει τεχνογνωσία (ψέματα: Η επιστημονική ομάδα έχει εμπειρία και με θετική αξιολόγηση από το CERN).

Ακολουθεί ολόκληρη η ανακοίνωση, που υπογράφουν οι κ.κ. Κ. Ν. Μαλίζος, Κ. Κάππας, Κ. Θεοδώρου, Γ. Κύργιας, Ε. Καψαλάκης, Κ. Φουντάς και Δ. Ζαχαρούλης.

«Με έκπληξη διαβάσαμε στο Τύπο, δηλώσεις από τα πλέον επίσημα κυβερνητικά χείλη, ότι η θεραπεία πρωτονίων για καρκινοπαθείς είναι σε «πειραματικό στάδιο» και ότι η ανάπτυξη ενός τέτοιου Κέντρου είναι «εγχείρημα ανώριμο» για την χώρα μας.

Επίσης παρακολουθήσαμε με απορία την “επίθεση” την οποία δέχθηκε ο Καθηγητής του ΕΜΠ Ε. Γαζής, και μέλος της Ελληνικής ερευνητικής ομάδας του CERN, ο οποίος τόλμησε να καταδείξει το προφανές για όλους εμάς, δηλαδή ότι η πολιτική της Έρευνας και Καινοτομίας της Ελλάδας είναι να «παρακολουθεί» τις διεθνείς εξελίξεις και όχι να συμμετέχει σε αυτές.

Ας δούμε λοιπόν, βασιζόμενοι σε γεγονότα, εάν αληθεύουν οι δηλώσεις αυτές ή εάν η κυβερνητική πολιτική στο συγκεκριμένο θέμα αποτελεί επιλογή ανάπτυξης.

Η αδρονική θεραπεία (θεραπεία πρωτονίων, ιόντων άνθρακα, βαρέων και ελαφρών ιόντων) είναι μία εξαιρετικά ακριβής και αποτελεσματική θεραπεία συμπαγών νεοπλασιών. Η ακρίβεια έγκειται στις φυσικές ιδιότητες των φορτισμένων σωματιδίων τα οποία επιτρέπουν την εναπόθεση της θεραπευτικής δόσης ακτινοβολίας επακριβώς στην βλάβη και η αποτελεσματικότητά της έγκειται τόσο στην δυνατότητα μεγαλύτερης προστασίας των υγειών ιστών σε σύγκριση με την ακτινοβολία φωτονίων, όσο και στην αυξημένη ραδιοβιολογική δραστικότητα των φορτισμένων σωματιδίων τα οποία επιτρέπουν την εξόντωση των περισσότερο ακτινοάντοχων καρκινικών κυττάρων. Λόγω αυτών των ιδιοτήτων, η αδρονική θεραπεία αποτελεί ισχυρό όπλο στην φαρέτρα της Ακτινοθεραπευτικής Ογκολογίας για την αντιμετώπιση του καρκίνου.

Κανένας επιστήμονας δεν θα τολμούσε να αποκαλέσει μία θεραπεία η οποία μετράει πάνω από 30 χρόνια εφαρμογής στην μάχη κατά του καρκίνου «πειραματική» (170.000 ασθενείς ετησίως με εξαιρετικά αποτελέσματα και ο αριθμός αυξάνεται γεωμετρικά). Η σύγχρονη επιστημονική βιβλιογραφία βρίθει μελετών για τα συγκριτικά πλεονεκτήματα και την αποτελεσματικότητα της μεθόδου σε διάφορους τύπους καρκίνου και οι επιστημονικές ενώσεις έχουν εκδώσει κατευθυντήριες οδηγίες για τις ενδείξεις. Η θεραπεία πρωτονίων έχει αυτή την στιγμή απόλυτη ένδειξη για το 10% των συμπαγών καρκινικών όγκων (και οι ενδείξεις συνεχώς αυξάνονται). Αυτό μεταφράζεται για την χώρα μας σε 3.000 νέους καρκινοπαθείς ετησίως οι οποίοι θα μπορούσαν να ωφεληθούν από αυτή την θεραπεία. Ποιός ενδιαφέρεται για αυτούς ;!;

Το 2016 ήταν σε λειτουργία 67 Κέντρα Αδρονικής Θεραπείας παγκοσμίως (τα 19 εκ των οποίων στην Ευρώπη) και το 2021 θα ευρίσκονται σε λειτουργία 130 Κέντρα. Τα περισσότερα από αυτά (εκτός των αμιγώς ερευνητικών), έχουν μικρή έως καθόλου κρατική χρηματοδότηση και δημιουργούνται σε χώρες ή περιοχές οι οποίες έχουν το ανάλογο βιοτικό και πληθυσμιακό επίπεδο με την Ελλάδα. Όλοι αυτοί για τον Αναπληρωτή Υπ Παιδειας κ. Φωτάκη και τον καθηγητή κ. Φουντά προβλέπεται να πτωχεύσουν;


Μπροστά στα 60 νέα κέντρα τα οποία θα λειτουργήσουν την επόμενη 2ετία, αντιτάσσει το επιχείρημα για ένα κέντρο στο Σαν Ντιέγκο των ΗΠΑ το οποίο θα διακόψει την λειτουργία του χωρίς να αναφέρει (μάλλον δεν το γνωρίζει) ότι ο κύριος λόγος είναι ότι ευρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από 2 μεγάλα Κέντρα Πρωτονίων τα οποία δύνανται να καλύψουν πλήρως τις ιατρικές ανάγκες.

Για να έρθουμε στα δικά μας, το ερώτημα είναι “μπορεί η Ελλάδα να έχει το δικό της Κέντρο Αδρονικής Θεραπείας” ή είναι «ανώριμο» το ζητούμενο; Υπάρχει επεξεργασμένη πρόταση ή όχι; Την γνωρίζει η κυβέρνηση;

Το 2013 ερευνητική ομάδα της Ιατρικής Σχολής του Παν/μίου Θεσσαλίας, σε συνεργασία με το ΕΜΠ υπό τον Καθ. Ε. Γαζή και το ΕΚΕΦΕ Δημόκριτος, ανέλαβε την εκπόνηση μελέτης Σκοπιμότητας και Βιωσιμότητας “Ολοκληρωμένου Ογκολογικού Κέντρου Ερευνας Διάγνωσης και Θεραπείας, με Μονάδα Αδρονικής Θεραπείας” στην Θεσσαλία (έργο ΕΣΠΑ της Περιφέρειας Θεσσαλίας). Το Κέντρο, εκτός των άλλων διαγνωστικών και θεραπευτικών τεχνολογιών, περιελάμβανε και επιταχυντή πρωτονίων με έναν θάλαμοθεραπείας. Η μελέτη ανέδειξε ότι το συνολικό κόστος της επένδυσης ήταν της τάξης των 50.000.000 € (κόστος το οποίο προήλθε από πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος όλων των μεγάλων εταιριών του χώρου).

Για όσους δεν το γνωρίζουν, ένας θάλαμος θεραπείας πρωτονίων δύναται να καλύψει έως 400 ασθενείς ετησίως, αριθμός ο οποίος υπολείπεται κατά πολύ των αναγκών της χώρας (3.000 νέοι καρκινοπαθείς ετησίως με ένδειξη για θεραπεία πρωτονίων). Το γεγονός αυτό, λαμβάνοντας υπόψη και την έλλειψη τέτοιων Κέντρων στα γειτονικά Κράτη (ιδέ επίσημο χάρτη του CERN), αποδεικνύει την σκοπιμότητα και στηρίζει την βιωσιμότητα.

Τέλος, η ολοκληρωμένη μελέτη βιωσιμότητας, απέδειξε ότι το Κέντρο θα είναι πράγματι βιώσιμο σε ότι αφορά στο κόστος απόσβεσης και στα λειτουργικά κόστη, λαμβάνοντας υπ’όψιν ότι η επένδυση θα λειτουργούσε σε καθεστώς ιδιωτικού δικαίου.

Το 2014 η ερευνητική ομάδα της Ιατρικής Σχολής στην Λάρισα δέχθηκε επίσκεψη ομάδας αξιολόγησης του CERN για το έργο (Dr. Myers και Dr. Dosanjh), οι οποίοι αποφάνθηκαν ότι διαθέτουμε την υποδομή και την επιστημονική επάρκεια για την δημιουργία ενός Κέντρου Θεραπείας Πρωτονίων.

Η τελική μελέτη παρουσιάστηκε δημόσια στην Λάρισα, παρουσία του Γενικού Δ/ντή του CERN Professor Rolf Heuer τον Σεπτέμβριο του 2014. Άρα, υπάρχει επεξεργασμένη μελέτη σκοπιμότητας και βιωσιμότητας (η οποία επικαιροποιείται συνεχώς με τα νέα δεδομένα), έχει παρουσιαστεί δημόσια και την γνωρίζει η κυβέρνηση, καθώς με επίσημο έγγραφο το 2016 την έλαβε και ο τότε Υπ. Ανάπτυξης κ. Σταθάκης σε μία προσπάθεια αρωγής της Πολιτείας για την εκκίνηση του έργου.

Τον Οκτώβριο του 2017 στο συνέδριο περιφερειακής ανάπτυξης παρουσιάστηκε ενώπιον του Υπουργού Υγείας και των Αρχών και Φορέων της Περιφέρειας. Απο τον Πρύτανη του Πανεπιστημίου Θεσσάλίας κ. Γ. Πετράκο και απο τον Δήμαρχο κ Καλογιάννη επίσης έγινε ειδική ενημέρωση του κ. Πρωθυπουργού. Τα παραπάνω καταρρίπτουν την απρέπεια περί ανάδειξης του ζητήματος σε τηλεοπτικά πάνελ.

Στο δια ταύτα όμως, μέσα στην ένταση των αντιπαραθέσεων με τεχνολογικούς και οικονομικούς όρους, ΔΕΝ πρέπει να χαθεί η ουσία για ένα ζήτημα το οποίο είναι πρωτίστως τεράστιας κοινωνικής ωφέλειας όπως διαπίστωσαν σε ειδική ακρόαση τόσο οι σύμβουλοι του Υπουργείου Ανάπτυξης, οι οποίοι μας επισκέφθηκαν μαζί με τον Βουλευτή Τρικάλων κ Α. Παπαδόπουλο, και αφορά άμεσα στους καρκινοπαθείς πολίτες αυτής χώρας για τους οποίους το Κράτος οφείλει να παρέχει την ίδια ποιότητα υπηρεσιών υγείας με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους.

Ακόμα περισσότερο οφείλει να επιλύσει την έλλειψη Ογκολογικού Κέντρου στην Κεντρική Ελλάδα. Και σε αυτό το ζήτημα η Πολιτεία έχει αποτύχει παταγωδώς γιατί, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ERC, 2014), το ποσοστό ίασης του καρκίνου στην χώρα μας ανέρχεται στο 35% έναντι του 55% στις χώρες της ΕΕ και αυτό κυρίως για λόγους περιορισμένης πρόσβασης σε τεχνολογικά σύγχρονες μεθόδους διάγνωσης και θεραπείας.

Αυτή την στιγμή δεκάδες καρκινοπαθείς, μεταξύ των οποίων και πολλά παιδιά, αναγκάζονται να μεταβούν στο εξωτερικό για θεραπεία πρωτονίων με το αντίστοιχο κοινωνικό και οικονομικό κόστος (30.000 – 40.000 € ανά θεραπεία). Και όλα αυτά ενώ θα μπορούσαμε να έχουμε ένα δικό μας Κέντρο στην Θεσσαλία, μοναδικό προς στιγμήν στα Βαλκάνια και στην εγγύς Ανατολή και Βόρεια Αφρική, εφόσον υπάρχουν οι υποδομές, υπάρχει έμπειρο ιατρικό και επιστημονικό προσωπικό και θα είναι όχι μόνο βιώσιμο, αλλά και πόλος έρευνας και ανάπτυξης της περιοχής και της χώρας.

Εμείς επιμένουμε ότι το μόνο «ανώριμο» στην υπόθεση αυτή είναι η αντιμετώπιση του θέματος απο κάποια μέλη της Κυβέρνησης τόσο στον συγκεκριμένο τομέα υπηρεσιών Υγείας όσο και στο θέμα ‘Ερευνας, Καινοτομίας και Ανάπτυξης των συγκεκριμένων Ιατρικών Εφαρμογών.

Αναζητούμε τα αίτια της τόσο απαξιωτικής στάσης του σεβαστού Υπουργού και συναδέλφου Πανεπιστημιακού κ. Φωτάκη και των συμβούλων του απέναντι σε επιστήμονες οι οποίοι έχουν το κλινικό και επιστημονικό υπόβαθρο και την εμπειρία να στηρίξουν ένα τέτοιο έργο.

Εμείς ως κλινικοί επιστήμονες και πανεπιστημιακοί δάσκαλοι έχουμε την υποχρέωση, όχι μόνο να ανταποκριθούμε στις σύγχρονες ανάγκες των καρκινοπαθών της χώρας, αλλά και να προάγουμε την έρευνα και την καινοτομία και θα συνεχίσουμε την προσπάθεια μας αυτή για την δημιουργία ενός Ογκολογικού κέντρου Έρευνας Διάγνωσης και Θεραπείας με Μονάδα πρωτονίων στην Θεσσαλία.

Εχουμε επίσης την υποχρεωση να αποκαταστήσουμε την αλήθεια και να ενημερώσουμε δια του τύπου τους πολίτες, και σε αυτό και μόνο αποσκοπεί η παρέμβασή μας».

Ο αντίλογος

Από την άλλη, ανακοίνωση για το θέμα εξέδωσε και ο καθηγητής Φυσικής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και ερευνητικός εκπρόσωπος της Ελλάδας στο CERN Κώστας Φουντάς, υποστηρίζοντας ότι «τα λεγόμενα του Καθηγητή Ε. Γαζή σε πολλά σημεία δεν συνάδουν με την πραγματικότητα.

Αναφέρει ότι «ερευνήθηκε η βιωσιμότητα των υπαρχόντων κέντρων στην Ευρώπη και διαπιστώσαμε ότι κανένα από αυτά τα κέντρα δεν κατάφερε να επιβιώσει αυτόνομα, μετά την αρχική επένδυση, η οποία δεν ήταν 100 εκατομμύρια ευρώ όπως αναφέρει ο Καθ. Ε. Γαζής αλλά ήταν στην περιοχή των 140-170 εκατομμυρίων ευρώ. Με λίγα λόγια, τα έσοδα από τους ασθενείς όχι μόνον δεν ήταν αρκετά για να αποσβέσουν την αρχική επένδυση, όπως ισχυρίζεται ο Καθ. Ε. Γαζής, αλλά οι κυβερνήσεις των χωρών τους χρειάζεται συνεχώς να τα ενισχύουν με χρηματικά ποσά για να μπορέσουν να επιβιώσουν. Αυτό το αναγνωρίζουν τώρα οι περισσότερες χώρες, οι οποίες με αρκετό αρχικό ενθουσιασμό έλαβαν αποφάσεις για την κατασκευή τέτοιων κέντρων».

Τέλος, σημειώνει ότι «πέρα όμως από το καθαρά οικονομικό θέμα βιωσιμότητας υπάρχει και το καθαρά ακαδημαϊκό. Ο Καθ. Ε. Γαζής θα έπρεπε να γνωρίζει καλά ότι θέματα ερευνητικής πολιτικής και επενδύσεων θα πρέπει να εξετάζονται ψύχραιμα και με καθαρά επιστημονικά κριτήρια από επιτροπές ειδικών, αφού ο ενδιαφερόμενος υποβάλει την σχετική έκθεση στην Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ). Η ΓΓΕΤ έχει αξιολογήσει μεγάλο αριθμό προγραμμάτων τα τελευταία χρόνια βασισμένη σε επιτροπές ειδικών, οι οποίοι αξιολογούν τις προτάσεις με κριτήρια την αριστεία της επιστημονικής ομάδας καθώς και το ανταγωνιστικό όφελος για την Ελλάδα. Αν όντως ο καθ. Ε. Γαζής πιστεύει ειλικρινά ότι η Ελλάδα θα ωφεληθεί από το συγκεκριμένο πρόγραμμα/κέντρο, θα μπορούσε κάλλιστα να υποβάλει ερευνητική πρόταση, συμπεριλαμβανομένης και μελέτης οικονομικής βιωσιμότητας στην Επιτροπή CERN της ΓΓΕΤ για να λάβει το θέμα την σωστή πορεία όπως και όλες οι άλλες προτάσεις. Τέτοια πρόταση όμως ποτέ δεν υποβλήθηκε από τον καθ. Ε. Γαζή μέχρι σήμερα».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου