Η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας αναδύθηκε τη δεκαετία του 1970, ως η εναλλακτική ρεαλιστική απάντηση στη λειτουργική κρίση του ιατροκεντρικού και νοσοκεντρικού συστήματος υπηρεσιών υγείας.
Η διεθνής αναγνώρισή της, ως η απαραίτητη και ρεαλιστική δομή για τον επανασχεδιασμό και την αναβάθμιση των συστημάτων υγείας, επικυρώνεται το 1978, με τη διακήρυξη της Συνδιάσκεψης της Alma Ata, κατά την οποία η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας εμπεριέχει τις αρχές της ισότιμης παροχής υπηρεσιών, της ολοκληρωμένης φροντίδας, της διατομεακής συνεργασίας, της συμμετοχής της κοινότητας και της χρησιμοποίησης της κατάλληλης τεχνολογίας.
Την ίδια όμως περίοδο, κατά την οποία αναπτύσσεται η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, κυριαρχεί ιδεολογικά, πολιτικά και οικονομικά, σε διεθνή κλίμακα, ο νεοφιλελευθερισμός, ο οποίος, στη θέση του κράτους κοινωνικής πρόνοιας, επιβάλλει τους κανόνες της αγοράς στα συστήματα υγείας. Σε αυτό το διεθνές περιβάλλον υλοποιείται, με όλες τις αναμενόμενες αντιφάσεις, η πρώτη σημαντική τομή θεσμικής κατοχύρωσης της Πρωτοβάθμιας Φροντίδα Υγείας στη χώρα μας, με το Νόμο 1397/83, για το ΕΣΥ. Οι σημαντικές καινοτομίες του εφαρμόστηκαν μερικώς και μόνον στις αγροτικές περιοχές. Η λειτουργία της Ομάδας Υγείας και οι εξωστρεφείς δραστηριότητες της δεν αναπτύχθηκαν, παρά μόνον ως αποσπασματικές εξαιρέσεις. Η συνεπής εφαρμογή, τις τελευταίες δεκαετίες, πολιτικών λιτότητας, απορρύθμισης και υποχρηματοδότησης του δημόσιου συστήματος υγείας, παράλληλα με την άμεση χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα υπηρεσιών υγείας από δημόσιους πόρους, οδήγησαν στην αποδιάρθρωση των δημόσιων δομών και την εκρηκτική ανάπτυξη των ιδιωτικών.
Παρά τις επιμέρους και κατά καιρούς προσπάθειες που έγιναν για τον εκσυγχρονισμό των υπηρεσιών Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (όπως π.χ. με το νόμο 3235/2004), κυρίαρχα χαρακτηριστικά των υπηρεσιών αυτών παραμένουν μέχρι σήμερα η (συνταγογραφική, κυρίως) διαχείριση των χρόνιων νοσημάτων, η αποσπασματικότητα, η αναποτελεσματική και νοσοκομειοκεντρική λειτουργία τους, η δαιδαλώδης ποικιλία εργασιακών σχέσεων, η αναπαραγωγή του πελατειακού και μερικώς ιδιωτικοποιημένου συστήματος λειτουργίας, η προκλητή ζήτηση υπηρεσιών, η σπατάλη πόρων και λειτουργιών. Η πρόληψη, η προαγωγή υγείας και η αποκατάσταση λείπουν παντελώς από το φάσμα των παρεχόμενων υπηρεσιών.
Τις παθογένειες αυτές ήρθε να οξύνει η μακρόχρονη εφαρμογή πολιτικών με κύριο στόχο την απορρύθμιση της εργασίας και τη λιτότητα, η οποία εντάθηκε μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2007 και εδραιώθηκε μετά την ένταξη της χώρας, το 2010, στις μνημονιακές πολιτικές δομικής προσαρμογής, καθότι είχε δραματικές επιπτώσεις στους κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες που προσδιορίζουν την υγεία του πληθυσμού. Η αύξηση της ανεργίας, της εργασιακής επισφάλειας, της απόλυτης και σχετικής φτώχειας, του κοινωνικού αποκλεισμού, οι περιοριστικές πολιτικές ακόμη και στη δημόσια υγεία, αναγνωρίζονται διεθνώς ως πραγματική απειλή για την υγεία του πληθυσμού.
Η σημερινή οικονομική και κοινωνική κατάσταση της χώρας θεωρείται ιδιαίτερα κρίσιμη. Η ανθρωπιστική κρίση που δημιούργησε η πολιτική αυτή, έχουν πολλαπλασιάσει τις ανάγκες του πληθυσμού για φροντίδα υγείας. Οι εκθετικά διευρυνόμενες αυτές ανάγκες, σε συνδυασμό με την συστηματική αποδιάρθρωση των δημόσιων υπηρεσιών υγείας και την αδυναμία πρόσβασης σε αυτές των ανασφάλιστων πολιτών ανατροφοδοτεί και διευρύνει την ανθρωπιστική κρίση.
Η αλλαγή των κριτηρίων της εφαρμοζόμενης πολιτικής υγείας από τη νέα κυβέρνηση φιλοδοξεί να καταργήσει τον παραπάνω φαύλο κύκλο. Στη θέση της υγείας, ως ατομικού και εμπορεύσιμου αγαθού, η κατανομή του οποίου καθορίζεται από την παντοδυναμία των κανόνων της αγοράς, η σημερινή Πολιτεία ορίζει την υγεία ως κοινωνικό δικαίωμα και θεωρεί ως καθοριστικό κριτήριο-κανόνα στην πολιτική υγείας, την αλληλεγγύη και την απάντηση στις ανάγκες για φροντίδα υγείας του πληθυσμού.
Η κυβέρνηση με τις προγραμματικές της δηλώσεις, δεσμεύτηκε να δώσει προτεραιότητα στην ανάπτυξη ενός νέου δημόσιου συστήματος Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, το οποίο να δομείται με κριτήριο τις ανάγκες για φροντίδα υγείας του πληθυσμού και στόχο την επιστημονικά τεκμηριωμένη απάντηση σε αυτές. Να εντάξει δηλαδή, τις άμεσες απαντήσεις στις επείγουσες ανάγκες, στο στρατηγικό σχεδιασμό ενός νέου συστήματος υγείας, με όραμα την κοινωνία της αλληλεγγύης.
Με βάση τα παραπάνω, η ηγεσία του Υπουργείου Υγείας συγκρότησε Ομάδα Εργασίας για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, με αντικείμενο την υποβολή πρότασης για τη ριζική αναμόρφωση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας και την ανάδειξή της ως τον κεντρικό πυλώνα του συστήματος υγείας.
Η πρόταση της Ομάδας Εργασίας βασίζεται στο αξιακό πλαίσιο και τις κατευθύνσεις των προγραμματικών δηλώσεων της Κυβέρνησης και έχει λάβει σοβαρά υπόψη της την ιδιαίτερα δύσκολη οικονομική κατάσταση στην οποία βρίσκεται και θα βρίσκεται επί μακρόν η χώρα. Η πρόταση αυτή λαμβάνει, επίσης, υπόψη της, αφενός τη βαθιά οικονομική και κοινωνική κρίση, αφετέρου τη δεδομένη πολιτική βούληση για μια αποτελεσματική απάντηση στην κρίση αυτήν. Στόχος δεν είναι η αποσπασματική και κατά περίπτωση αντιμετώπιση προβλημάτων, αλλά η στρατηγική αναμόρφωση του συστήματος υπηρεσιών υγείας με επίκεντρο την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας.
Η βασική καινοτομία της πρότασης της Ομάδας Εργασίας για την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας είναι η ανάπτυξη Μονάδων Φροντίδας Υγείας Γειτονιάς στις πόλεις και Περιφερειακών Ιατρείων στην επαρχία, όπου μέσα από τη λειτουργία της Ομάδας Υγείας διασφαλίζεται η συνεπής και συνεχής ολοκληρωμένη φροντίδα και η εμπλοκή της τοπικής κοινωνίας. Η τεκμηρίωση της λειτουργίας αυτής θα πρέπει διασφαλιστεί από επι μέρους τεχνικές εκθέσεις εξειδίκευσης.
Η υλοποίηση της καινοτομίας αυτής θα δώσει τη δυνατότητα άμεσης παροχής υπηρεσιών πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας υψηλής ποιότητας σε όλο τον πληθυσμό, ενώ παράλληλα θα αποσυμφορήσει τις νοσοκομειακές υπηρεσίες, συμβάλλοντας έτσι στην αναβάθμισή τους.
Με δεδομένη την πολιτική βούληση της Κυβέρνησης να παρέμβει στον χώρο της υγείας, ως πρώτης προτεραιότητας απάντηση στην ανθρωπιστική κρίση, η εν λόγω πρόταση αποτελεί ρεαλιστική και ουσιαστική παρέμβαση προς στην κατεύθυνση αυτή.
Αλέξης Μπένος
Συντονιστής Ομάδας Εργασίας για την ΠΦΥ
Καθηγητής Κοινωνικής Ιατρικής και Πρωτοβάθμιας Φροντίδας ΑΠΘ
Mε τους όρους και τις προύποθέσεις , που βάζουν οι πολιτικοί στην ΠΦΥ, παραλείπουν έναν παράγοντα που νομίζουν ότι τον θεωρούν δεδομένο, τον γιατρό, στον οποίο δίνει σαν κίνητρο την υπερωριακή αποζημίωση του, 3- 4 φορές λιγότερα από την καθαρίστρια του κτηρίου στο οποίο εργάζεται. Αυτός είναι και λόγος που πάντα υπάρχουν κενές θέσεις εργασίας ιατρικού προσωπικου σε χώρες με παρόμοια συστήματα όπως η Γερμανία, η Αγγλία , η Σουηδία, η Φινλανδία κλπ, ΔΕΝ καλύπτονται οι θέσεις από ντόπιους επιστήμονες.
ΑπάντησηΔιαγραφήκαθόλου ρεαλιστική η πρόταση για ανάπτυξη "Μονάδων Φροντίδας Υγείας Γειτονιάς στις πόλεις και Περιφερειακών Ιατρείων στην επαρχία, όπου μέσα από τη λειτουργία της Ομάδας Υγείας". Ο κ. Μπένος αγνοεί παντελώς ότι καλώς ή κακώς η Ελλάδα έχει πάρα πολλούς γιατρούς, οι οποίοι έχουν φυσικά Ιατρείο σε όλες μα όλες τις γειτονιές και μάλιστα μερικές από αυτές είναι στην κυριολεξία υπερκορεσμένες. Άρα αρκεί μια απλή σύμβαση με τους γιατρούς αυτούς να παρακολουθούν ασθενείς σαν ΠΦΥ. Το σενάριο δημιουργίας μονάδων ΠΦΥ Γειτονιάς ουσιαστικά αυξάνει την δαπάνη για την Υγεία (ενοίκια κτιριακών εγκαταστάσεων, προσωπικό και ένα σωρό άλλες δαπάνες και δημιουργεί νέους ανέργους γιατρούς που δεν έχουν μέσον να μπουν στις νέες ΠΦΥ. Γιατί όλοι γνωρίζουμε το σύστημα επιλογής.... Αυτά τα συστήματα δημιουργούνται εξαρχής και χτίζονται με τον χρόνο. Η Ελλάδα εξαρχής έχτισε λάθος το σύστημα υγείας και όλα αυτά δεν αλλάζουν με μία έκθεση
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο παραπάνω κείμενο είναι μια εξαιρετική έκθεση ιδεών, δυστυχώς όμως δεν είναι καθόλου ρεαλιστικό και είναι σε μεγάλο βαθμό ιδεοληπτικό. Σοβαρή πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας στην Ελλάδα είναι αλήθεια ότι δεν υπήρξε μέχρι σήμερα αλλά καλό θα είναι προτού ανακαλύψουμε τον τροχό να δούμε πως εφαρμόζεται σε άλλα κράτη. Εκεί θα διαπιστώσουμε ότι στην πλειονότητά τους σε επίπεδο γειτονιάς οι λειτουργοί της πρωτοβάθμιας δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι και οι δομές δεν είναι κρατικές. Αμείβονται καλά από το κράτος, ανάλογα με το παραγόμενο έργο, αλλά το οφελος που αποφέρουν είναι πολλαπλάσιο γιατί ο κάθε ασθενής έχει το γιατρό του και δεν τρεχει στα επείγοντα του νοσοκομείου για ήσσονος σημασίας προβλήματα. Η αναλογία δε πληθυσμού ανά ιατρείο είναι 1000 έως 2000 άτομα. Το 5000 άτομα είναι τραγικά απαράδεκτο και δεν επιτρέπει άκηση ιατρικής ή προαγωγής υγείας παρά μόνο συνταγογραφία (κατευθυνόμενη?). Λυπάμαι ειλικρινά που άτομα με λαμπρή ακαδημαϊκή καριέρα είναι τόσο μακριά από την κλινική και την οικονομική πραγματικότητα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ ουσία είναι το πότε θα τα εφαρμόσουν. Τώρα ή στο απώτερο μέλλον. .........
ΑπάντησηΔιαγραφή