Κυριακή 23 Απριλίου 2023

Ο ελέφαντας στο δωμάτιο

Κώστας Καλλίτσης
 - kathimerini.gr

Στην προεκλογική περίοδο δεν ευημερούν οι νηφάλιες εκτιμήσεις γενικά και ειδικότερα όσον αφορά τις οικονομικές εξελίξεις. Κάθε κόμμα πρέπει να τις παρουσιάζει υπό το πρίσμα που ευνοεί το δικό του προς ψηφοφόρους αφήγημα, με ορισμένη μονομέρεια.

Η μείωση της ανεργίας είναι η μία πλευρά, η άλλη είναι ότι η ανεργία στην Ελλάδα είναι η δεύτερη μεγαλύτερη στην Ευρώπη, μετά την Ισπανία, ενώ ισοβαθμούμε στην α΄ θέση στην ανεργία των γυναικών. Η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού στο 6,5% είναι μια θετική εξέλιξη, ωστόσο οι τιμές συνεχίζουν να αυξάνονται, ιδιαίτερα στα τρόφιμα. Ενώ ο πληθωρισμός στη χώρα μας, περισσότερο από άλλες χώρες, οφείλεται στην αύξηση των κερδών.

Ακούγεται όμορφα ότι οι άμεσες ξένες επενδύσεις έχουν αυξηθεί, περί τα 6 δισ. ή 3% του ΑΕΠ το 2022. Αλλά η εικόνα αλλάζει αν συμπληρωθεί με την άλλη διάστασή της, ότι τα ξένα κεφάλαια έρχονται και αγοράζουν κατά κύριο λόγο πολυκατοικίες και άλλα ακίνητα υψηλής απόδοσης και, κατά δεύτερο, εν λειτουργία επιχειρήσεις. Και αυτό, με την εσωτερική αποταμίευσή μας, με δάνεια που παίρνουν από τις ελληνικές τράπεζες, χωρίς να βελτιώνουν ούτε πόντο το παραγωγικό δυναμικό της χώρας – η αλήθεια είναι ότι οι επενδύσεις σε νέες παραγωγικές μονάδες μειώθηκαν 14% το 2021 και, σύμφωνα με πρώτα στοιχεία, ακόμη περισσότερο πέρυσι.

Μιλώντας για τις τράπεζες: Ακούγεται ωραία ότι μειώθηκαν τα κόκκινα δάνεια που έχουν στο ενεργητικό τους στο 8,2% του συνόλου των δανείων τους. Αλλά αυτή είναι η μισή αλήθεια. Η άλλη μισή είναι, πρώτον, ότι η επιβάρυνση των τραπεζών παραμένει μεγάλη, καθώς ο μέσος όρος των κόκκινων δανείων στο σύνολο των δανείων στις τράπεζες της Ευρωπαϊκής Ενωσης είναι μόλις 1,79%. Δεύτερον, ότι τα κόκκινα δάνεια δεν εξαφανίστηκαν, βγήκαν από τους ισολογισμούς των τραπεζών και μεταφέρθηκαν παραδίπλα, σε συγγενικά funds και servicers, και βαραίνουν δανειολήπτες και οικονομία.

Από το 2019 έως σήμερα, το δημόσιο χρέος αυξήθηκε 44 δισ. και από τα 356 εκτοξεύθηκε στα 400 δισ. ευρώ.

Ευτυχώς, ο παραγωγικός ιστός της ελληνικής οικονομίας δεν καταστράφηκε πάλι (όπως με την εσωτερική υποτίμηση την περασμένη 10ετία) κι έτσι η οικονομία ανακτά ταχέως τις απώλειές της από την κρίση της πανδημίας και μετά. Πέρυσι, πέτυχε μεγέθυνση 5,9%. Υπάρχει όμως και η άλλη πλευρά της σελήνης: Τον ίδιο χρόνο, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών υπέστη σοβαρή επιδείνωση, το έλλειμμά του εκτινάχτηκε στο 10% του ΑΕΠ, 20,1 δισ., από 12,3 δισ. το 2021 και μόλις 2,7 δισ. το 2019. Οι εισαγωγές αυξάνονται πολλαπλάσια από τις εξαγωγές, προς ενδιάμεσα αγαθά και κατανάλωση. Ετσι, μαζί με την ανάκτηση των απωλειών του ΑΕΠ, ανακτώνται και οι παραδοσιακές διαρθρωτικές αδυναμίες του.

Υπάρχει, τέλος, και ο ελέφαντας στο δωμάτιο: Το χρέος. Ως ποσοστό του ΑΕΠ μειώνεται, κυρίως από την ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ λόγω πληθωρισμού. Σε απόλυτο μέγεθος, και αυτό είναι το σοβαρό, από το 2019 έως σήμερα το δημόσιο χρέος αυξήθηκε 44 δισ. και από τα 356 εκτοξεύθηκε στα 400 δισ. ευρώ. Θα μπορούσε να μην είχε συμβεί αυτό, αν οι κρατικές ενισχύσεις της τελευταίας διετίας (που ξεπέρασαν τα 55 δισ. ευρώ…) είχαν γίνει με φειδώ, δικαιοσύνη και αυστηρότητα – όχι με παλαιοκομματική ανεμελιά και πελατειακά κριτήρια. Δυστυχώς, υπερίσχυσε η γοητεία ενός λεφτόδεντρου που φουντώνει χάρη σε πληθωρικά φορολογικά έσοδα και περαιτέρω αύξηση του χρέους – που κάποια άλλη κυβέρνηση, μελλοντικά, θα κληθεί να διαχειριστεί. Ετσι, σήμερα, στα θεμέλια της οικονομίας βρίσκονται 400 δισ. ευρώ δημόσιο χρέος. Δίπλα τους, είναι άλλα 250 δισ. ευρώ ιδιωτικό χρέος.

1 σχόλιο:

  1. Ελληνικο δημοσιο ,μια ζωη αχρηστο και αναξιοπιστο με τα παχυδερμα να κανουν κουμαντο ...

    ΑπάντησηΔιαγραφή