Παρασκευή 12 Ιουλίου 2019

Γ. Κυριόπουλος για ανάρτηση Δούρου με την καπνίστρια Μελίνα: “Αιωρείται ανάμεσα στην άγνοια και την ύβρη”

Γιάννα Σουλάκη - IATROPEDIA

Σάλο έχει προκαλέσει η ανάρτηση της Ρένας Δούρου στα κοινωνικά δίκτυα, η οποία απεικονίζει τη Μελίνα Μερκούρη να απολαμβάνει το τσιγάρο της.

Η ανάρτηση της πρώην Περιφερειάρχη Ρένας Δούρου προκάλεσε σφοδρές αντιδράσεις, καθώς πολλοί υπενθυμίζουν ότι η αγαπημένη ηθοποιός και πολιτικός έχασε τη ζωή της νικημένη από τον καρκίνο των πνευμόνων.

Ο καθηγητής και Πρόεδρος του Ινστιτούτου Οικονομικών της Υγείας κ. Γιάννης Κυριόπουλος σε συνέντευξη που παραχώρησε στο Iatropedia.gr επισημαίνει τα διαχρονικά λάθη και τις αβλεψίες των πολιτικών πάνω σ'αυτό το τόσο σοβαρό δημόσιας υγείας, το οποίο τις τελευταίες μέρες έχει βρεθεί και πάλι στο επίκεντρο πολιτικής αντιπαράθεσης, ανάμεσα σε κυβέρνηση και αντιπολίτευση.

Οσο για την ανάρτηση της Ρένας Δούρου ο καθηγητής κ. Κυριόπουλος σχολιάζει χαρακτηριστικά:

“Είναι βέβαιο ότι ο πρόωρος θάνατος -από «καρκίνο του πνεύμονος»- της «καπνίστριας» Μελίνας Μερκούρη αποτελεί επικύρωση όλων όσων έχει αναδείξει διαχρονικά η επιστημονική έρευνα. Ως εκ τούτου η ανάρτηση αυτή αιωρείται ανάμεσα στην άγνοια (το πλέον πιθανό) και την «ύβρη» (από άγνοια). Που αίρεται βεβαίως με τη δημόσια αναίρεσή της”.

Δείτε την ανάρτηση:

Rena Dourou
Χωρίς σχόλιο
...
...
...
Καλημέρα είπαμε ;
Γιάννης Κυριόπουλος: Η δημόσια επίδειξη καπνίσματος στην πολιτική αποτελεί επιθετικό “παράδειγμα”

ΕΡ: Κύριε καθηγητά, ως κρίνετε τη στάση της κυρίας Δούρου, να προβάλλει δημόσια μια «θετική» εικόνα για το κάπνισμα;

Γ.Κ: Εξήντα πέντε και πλέον έτη μετά την έναρξη (1951) της περίφημης έρευνας των σπουδαίων Βρετανών επιδημιολόγων Ρίτσαρντ Ντολ και Ρίτσαρντ Πήτο για τη συσχέτιση καπνίσματος και καρκίνου του πνεύμονος τα ευρήματά της επιβεβαιώνονται σταθερά και διαρκώς.

Η συσχέτιση αυτή αναφέρεται ακόμη και σε μια σειρά άλλων μορφών καρκίνου(στόματος, λάρυγγος, οισοφάγου, ουροδόχου κύστεος) αλλά και σε χρόνια νοσήματα του καρδιαγγειακού (ισχαιμική νόσος) και αναπνευστικού συστήματος (χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια) που επίσης συνδέονται με το κάπνισμα. Όμως οι επιπτώσεις αυτές συχνά παραβλέπονται και αποσιωπούνται παρά το υψηλό υγειονομικό και οικονομικό κόστος που επιφέρουν στα νοικοκυριά και την κοινωνία.

Η επιστημονική κοινότητα, οι διεθνείς οργανώσεις της υγείας αλλά και τα κράτη καταβάλλουν σημαντικές προσπάθειες για την αντιμετώπιση της «καπνιστικής επιδημίας» σε όλο τον κόσμο με θετικά αποτελέσματα, άλλοτε άλλης επίδοσης.

Στο πλαίσιο αυτό η -προ καιρού- δημόσια αρνητική αναφορά του Επιτρόπου Υγείας της ΕΕ Βιτένις Αντριουκαΐτις για τη δημόσια στάση του «καπνιστή» πολιτικού και πρόσφατα η ανάρτηση της φωτογραφίας της «καπνίστριας» Μελίνας Μερκούρη συνιστούν επιθετικά «παραδείγματα» που συμβάλλουν στην ακύρωση της επιστημονικής έρευνας αλλά και της πολιτικής υγείας που οφείλει να βασίζεται σε τεκμήρια.

Επιπροσθέτως συμβάλλουν στην αποδυνάμωση της επιχειρηματολογίας και της προσπάθειας για τον έλεγχο της «καπνιστικής επιδημίας».

Ενδεχομένως εγείρουν και κοινωνικοπολιτισμικά ζητήματα για τη δημόσια θέση των επωνύμων προσώπων στα θέματα της υγείας γενικότερα.

Κυρίως όμως υπαινίσσονται μια λανθασμένη πρακτική «δικαιωματισμού» που πλήττει αφενός τους καπνιστές και το δικαίωμά τους στην ορθή και πλήρη πληροφόρηση που αποτελεί συνταγματική «μέριμνα» του κράτους και αφετέρου τους μη καπνιστές και ιδίως τα παιδιά που βλάπτονται από το παθητικό κάπνισμα.

ΕΡ: Η εφαρμογή της απαγόρευσης του καπνίσματος, ήταν η πρώτη εντολή που έλαβε από τον πρωθυπουργό στον “μπλε φάκελο” ο Υπουργός Υγείας Βασίλης Κικίλιας. Κρίνετε ότι η απαγόρευση είναι αρκετή, ή περισσότερο από την καταστολή απαιτείται να αναπτυχθεί μια "αντικαπνιστική κουλτούρα" στη χώρα μας;

Γ.Κ: Η αντιμετώπιση της «καπνιστικής επιδημίας» συνιστά ένα σύνθετο και πολυπαραγοντικής φύσης ζήτημα δημόσιας υγείας. Κατά συνέπεια, η μονοτεχνική του προσέγγιση είναι ακατάλληλη και αναποτελεσματική. Ταυτόχρονα όμως έχει εμβληματικό χαρακτήρα για τη συνολική πολιτική δημόσιας υγείας. Υπό την έννοια αυτή ορθώς ανάγεται ως προτεραιότητα στην πολιτική υγείας.

Παρά τη θετική προσέγγιση του ζητήματος στο τέλος της προηγούμενης δεκαετίας, οι συνεχείς πολιτικές παλινωδίες ως αποτέλεσμα «μικρομεσαίων» επιδιώξεων, «ιδεολογικοφανών», αντιθέσεων και «μικροπολιτικής» κερδοσκοπίας ανέστειλαν την εφαρμογή του. Έτσι προκάλεσαν μείζονες απώλειες στο κεφάλαιο υγείας και ευεξίας του ελληνικού πληθυσμού.

Μια ολοκληρωμένη αντικαπνιστική πολιτική εμπεριέχει πλην των αναγκαίων περιοριστικών μέτρων -που αποσκοπούν κυρίως στη προστασία των παιδιών και των παθητικών καπνιστών- μέτρα που αφορούν στη τιμολόγηση των προϊόντων καπνού (ειδικοί φόροι «αμαρτίας»), πολιτικές «μείωσης του κινδύνου» (με υποκατάστατα) και ακόμη τεχνικές «ώθησης» (με μέτρα ενθάρρυνσης και αποτροπής). Η αντικαπνιστική πολιτική είναι ζήτημα κουλτούρας. Δεν είναι υπόθεση καταστολής.

ΕΡ: Είναι δυνατόν κύριε καθηγητά, ένα τόσο σοβαρό θέμα Δημόσιας Υγείας, όπως αυτό του καπνίσματος, να γίνεται πεδίο "δεξιάς" και "αριστερής" αντιπαράθεσης; Πώς το σχολιάζετε; 

Γ.Κ: Παραδόξως έχουν αναδειχθεί πλευρές του ζητήματος αυτού με «ιδεολογικό» χαρακτήρα. Ανάμεσα στη θέση ότι «όλα επιτρέπονται» χάριν ενός «δικαιωματισμού» που κινείται στη μια πλευρά του πολιτικού φάσματος και στην «υγειονομική πειθαρχία» ενός «πατερναλισμού» που εκτείνεται στην άλλη πλευρά, υπάρχει η επιστημονική έρευνα και η πολιτική υγείας που βασίζεται σε τεκμήρια.

Υπό το πρίσμα αυτό, η σύνθεση βρίσκεται στον κοινό τόπο που υπερασπίζεται τα δικαιώματα των άλλων και σέβεται την ελευθερία όλων. Πρόκειται για την εκδοχή ενός «ήπιου πατερναλισμού» που κινητοποιεί αντίρροπες τάσεις «ενθάρρυνσης» και «αποτροπής» και «ωθεί» τους πολίτες σε συμπεριφορικές «υγειονομικές» επιλογές.

Προφανώς στο πεδίο αυτό δεν χωρούν «δεξιές» πολιτικές αντικαπνιστικού ρατσισμού ή «αριστερές» στάσεις αντικοινωνικού δικαιωματισμού.

Η αντικαπνιστική πολιτική αποτελεί στη παρούσα συγκυρία την «πύλη εισόδου» στη πολιτική δημόσιας υγείας που οφείλει να έχει ως στόχευση τον έλεγχο και τη διαχείριση των μειζόνων παραγόντων κινδύνου για την υγεία (κάπνισμα, παχυσαρκία, απουσία φυσικής άσκησης) που ευθύνονται για τις κύριες αιτίες νοσηρότητας και πρώϊμης θνησιμότητας.

Υπάρχουν περιοχές όπου αντιθέσεις του τύπου: «αριστερά» και «δεξιά»αναιρούνται από επιταγές που αφορούν στη προστασία της υγείας και τη συντήρηση και βελτίωση του κεφαλαίου και του αποθέματος υγείας του έθνους.

ΕΡ: Μέσα την εμπειρία σας, καθώς συμμετείχατε και στην Εθνική Επιτροπή κατά του Καπνίσματος του Υπουργείου Υγείας τι πιστεύετε ότι πρέπει να γίνει στη χώρα μας ώστε να υπάρξει “επούλωση” αυτής της διαχρονικής "πληγής";

Γ.Κ. Δεδομένου ότι το κάπνισμα ενοχοποιείται για 27.000 θανάτους ετησίως,αποτελεί την κυριότερη αιτία (>20%) απωλείας σταθμισμένων (ως προς την ανικανότητα) ετών ζωής, ευθύνεται για 199.000 νοσοκομειακές εισαγωγές (10.7% της συνολικής νοσοκομειακής δαπάνης) και προκαλεί συνολικό κόστος 1.5% του ΑΕΠ, συγκροτεί το μεγαλύτερο πρόβλημα υγειονομικής πολιτικής. Ακολουθεί βεβαίως η παχυσαρκία και η απουσία φυσικής άσκησης.

Ως εκ τούτου, ορθώς αποτελεί μείζονα στόχο της πολιτικής υγείας στη χώρα και «οδηγό παράσταση» για τη διαχείριση των άλλων μειζόνων παραγόντων κινδύνου για την υγεία. Παρά το γεγονός ότι η ημιτελής απόπειρα περιοριστικών μέτρωνκαι η αύξηση των τιμών -στη προηγούμενη δεκαετία- συνέβαλαν ομού μετά άλλων μέτρων στη μείωση των καπνιστών αλλά και της κατά κεφαλήν κατανάλωσης το πρόβλημα εξακολουθεί να παραμένει σε υψηλό επίπεδο.

Η κατάργηση της Εθνικής Επιτροπής για την Αντιμετώπιση του Καπνίσματος το 2015 και η εγκατάλειψη των πολιτικών και των μέτρων για τον έλεγχο της «καπνιστικής επιδημίας» αποτέλεσε σοβαρό σφάλμα πολιτικής και επικίνδυνο ατόπημα της πολιτικής υγείας που είναι αναγκαίο να αρθεί άμεσα.

Με την έννοια αυτή, η αντικαπνιστική πολιτική δεν μπορεί να εγκλωβιστεί σε μια περιοριστική νομοθετική πρόβλεψη και στην εφαρμογή της δια της καταστολής σε μια επίδειξη του τύπου: «οι νόμοι πρέπει να εφαρμόζονται», ούτε βέβαια στην άρνησή της του τύπου: «όλα επιτρέπονται».

Η νέα πολιτική οφείλει να είναι διεπιστημονικής θεμελίωσης και διατομεακής υποστήριξης στην ανάπτυξη και την εφαρμογή της, ώστε να είναι αποτελεσματική και αποδοτική.

Αν η πολιτική βούληση επιβεβαιωθεί, η αναζήτηση πολιτικής βασισμένης σε τεκμήρια είναι εφικτή επειδή η κοινωνία και η επιστημονική κοινότητα έχουν κατανοήσει τις επώδυνες διαστάσεις του προβλήματος.

Εξάλλου η αρχική κίνηση έχει δοθεί «από τα κάτω» δεδομένου ότι διάφορες (και πολλές) πληθυσμιακές κοινότητες έχουν πάρει την υπόθεση «στα χέρια τους».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου