Τετάρτη 1 Ιουνίου 2022

64% χαμηλότερες από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο οι κατά κεφαλήν δαπάνες για την υγεία στην Ελλάδα!

Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία του ΟΑΣΑ για την υγεία, η Ελλάδα το 2018 δαπάνησε για υγειονομική περίθαλψη 1.327,8 ευρώ ανά άτομο, όταν ο αντίστοιχος μέσος όρος στην ΕΕ είναι 3.710 ευρώ. Το ποσό της κρατικής δαπάνης για την Υγεία αντιστοιχεί σε 7.7% του ΑΕΠ, αριθμός επίσης μειωμένος σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ, ο οποίος διαμορφώνεται στο 9,9%. (OECD.Stat, 2020). Ειδικότερα, από το 2008, όταν η κατά κεφαλήν κρατική επιβάρυνση ήταν 2.267 ευρώ, έως και το 2013, το ελληνικό κράτος μείωσε τις δαπάνες για την Υγεία κατά ένα τρίτο. (OECD, 2019a)


Ταυτόχρονα όμως, η εξοικονόμηση κρατικών κονδυλίων για την Υγεία, μετακύλησε το κόστος της υγειονομικής περίθαλψης στα νοικοκυριά. Όπως αναφέρει η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ποσοστό άνω του ενός τρίτου εκ των δαπανών Υγείας, προέρχεται από τα ίδια τα νοικοκυριά, καθιστώντας το ποσοστό της ιδιωτικής δαπάνης, ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ενδεικτικά, σύμφωνα με το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), το 2018, η συνολική χρηματοδότηση για δαπάνες υγείας στην Ελλάδα διαμορφώθηκε στα €14,3 δισεκ., από τα οποία τα €8,4 δισεκ. αποτελούν δημόσια χρηματοδότηση - πράγμα το οποίο συνιστά μια μείωση σε ποσοστό 42,1% από το 2010 - και τα €5,8, την ιδιωτική. (ΙΟΒΕ, 2020).

Η αιτία όμως του μεγάλου κόστους που καλούνται να καταβάλουν τα νοικοκυριά, οφείλεται σύμφωνα με τα στοιχεία, «στις υψηλές άμεσες ιδιωτικές δαπάνες για φάρμακα, εξωνοσοκομειακή περίθαλψη (ή ανοιχτή νοσηλεία) και νοσοκομειακές υπηρεσίες». Πιο συγκεκριμένα, μόλις το 61% των δαπανών για την υγειονομική περίθαλψη προέρχεται από δημόσιες πηγές, ενώ ποσοστό ίσο με 35 %, χρηματοδοτείται απευθείας από τα νοικοκυριά, που σύμφωνα με την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αποτελεί το τέταρτο μεγαλύτερο ποσοστό στην ΕΕ.

Για να γίνει κατανοητή όμως η μεταφορά του κόστους, είναι χρήσιμο να αναφερθεί πως το 2010 τα χρήματα που κατέβαλαν τα νοικοκυριά για την Υγεία, αντιστοιχούσαν σε 28% της συνολικής δαπάνης στη χώρα. Το ποσοστό αυτό ανήλθε σε 37% το 2014, χρονιά που σημείωσε τη μεγαλύτερη αύξηση. Όπως επισημαίνει η Επιτροπή, «τα υψηλά επίπεδα επιμερισμού του κόστους πηγάζουν σε μεγάλο βαθμό από την προκλητή ζήτηση (ζήτηση που υποκινείται από την προσφορά) και οφείλονται κυρίως στις συμμετοχές των ασφαλισμένων για τα φάρμακα και στις άμεσες πληρωμές για υπηρεσίες που δεν περιλαμβάνονται στη δέσμη παροχών, επισκέψεις σε ειδικούς ιατρούς, νοσηλευτική περίθαλψη, καθώς και οδοντιατρική περίθαλψη.

Σύμφωνα πάλι με το «Προφίλ Υγείας» για την Ελλάδα, το 2017 η Ελλάδα κατείχε τη δεύτερη θέση στην ΕΕ, όσον αφορά το επίπεδο αυτοαναφερόμενων μη καλυπτόμενων αναγκών ιατρικής περίθαλψης, «αφού ένα στα δέκα νοικοκυριά ανέφερε ότι δεν είχε δυνατότητα πρόσβασης σε υπηρεσίες υγείας όταν τις χρειαζόταν. Σχεδόν ένα στα πέντε νοικοκυριά που βρισκόταν στο φτωχότερο πεμπτημόριο εισοδήματος, ανέφερε πως δεν ήταν σε θέση να καλύψει τις υγειονομικές ανάγκες των μελών του, ενώ από πλουσιότερα νοικοκυριά το ποσοστό μη καλυπτόμενων αναγκών ανερχόταν μόλις στο 3%, εμφανίζοντας με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο «το μεγαλύτερο χάσμα όσον αφορά την εισοδηματική ανισότητα στην Ευρώπη», υπογραμμίζει η έκθεση. Ωστόσο αξίζει να σημειωθεί, εν είδη θετικής εξέλιξης, ότι το 2017 ήταν το πρώτο έτος κατά το οποίο το συνολικό επίπεδο μη καλυπτόμενων αναγκών σημείωσε πτώση, ύστερα από συνεχή αύξηση έξι ολόκληρων χρόνων.

Πρόσφατη έκθεση του γραφείου του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για την Ευρώπη, αναφέρει πως οι άτυπες πληρωμές των νοικοκυριών, αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το ένα τέταρτο των άμεσων ιδιωτικών πληρωμών για την Υγεία, «γεγονός που εγείρει σοβαρές ανησυχίες όσον αφορά την ισότητα και τα εμπόδια πρόσβασης στις υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης», τονίζει η έκθεση, ενώ συμπληρώνεται επίσης πως η προαιρετική ασφάλιση υγείας «διαδραματίζει μόνον ήσσονος σημασίας ρόλο και αντιπροσώπευε το 4% των συνολικών δαπανών υγείας το 2017». (WHO, 2018)


Πηγή: Έκθεση των Γιατρών του Κοσμου για την Ιατροφαρμακευτική Περίθαλψη στην Ελλάδα - δείτε εδώ

3 σχόλια:

  1. Το μεγάλο κόστος προκύπτει γιατί το κράτος μείωσε τις σποζημιώσεις των εξετάσεων στο 25-30% και την επίσκεψη στο γιατρό στο εξευτελιστικό ποσό των 10€... Τα περί προκλητής ζήτησης είναι λόγια να αγαπιόμαστε... Το ελληνικό κράτος με τις ευλογίες της τρόικας ΞΕΥΤΙΛΙΣΕ τις παροχές της υγείας και ΑΠΑΣΦΑΛΙΣΕ τον πολίτη...!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Επειδή πολλοί θα πούν φταίνε τα.....Μνημόνια! Ένας ......παππάς που έχουν φάει και πολλοί Συνάδελφοι , θα σας πω ότι δεν φταίνε τα μνημόνια για τις ......θηριώδεις λειτουργικές δαπάνες του κλαρινοΟρανισμού που είναι πολλές φορές μεγαλύτερες από τις .....αμοιβές των ιατρών! Ούτε για τα .....τεράστι πλεονάσματα που ανακοινλωνει ο χρΕΟΠΥΥ κατακλέβοντας τους Παρόχους του! Δεν είναι λοιπόν θέμα Μνημονίων αλλά ΣΥΝΕΙΔΗΤΗΣ μετακίλησης του κόστους της Υγείας στους ιατρούς από τους αλητοπολιτικούς !

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Το 2014 στο σύνολο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αντιστοιχούσαν μόλις 521 νοσοκομειακές κλίνες (κρεβάτια) ανά 100 χιλιάδες (!) κατοίκους ή διαφορετικά για κάθε χίλιους κατοίκους υπήρχαν διαθέσιμα μόλις 5 (!) κρεβάτια…(ποσοστό κάλυψης 0,52%).


    Στη δε Ελλάδα του 2008, πριν δηλαδή ξεσπάσει η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση και τις τεράστιες περικοπές στον τομέα της υγείας (με κλείσιμο πολλών δημόσιων νοσοκομείων), οι συνολικές[1] κλίνες ήταν 476 ανά 100 χιλιάδες (!) κατοίκους.

    Δηλαδή για κάθε χίλιους κατοίκους υπήρχαν μόλις 4,7 κρεβάτια… (ποσοστό κάλυψης 0,47%).[2]

    Αν τα παραπάνω ίσχυαν πριν την κρίση, μπορούμε όλοι μας να φανταστούμε σε τι κατάσταση βρίσκονται σήμερα τα νοσοκομεία, που εκτός όλων των άλλων, καλούνται να σηκώσουν στους ώμους τους και το τεράστιο βάρος μιας επιδημίας.

    Τι λέτε όμως τώρα, πάμε να κάνουμε μια σύγκριση;
    Το 1989, λίγο πριν την ανατροπή του σοσιαλισμού, στη Σοβιετική Ένωση αντιστοιχούσαν χίλες τριακόσιες ογδόντα επτά (1.387 !) νοσοκομειακές κλίνες ανά 10 χιλιάδες (!) κατοίκους.[3]


    Ή αλλιώς (μπας και το «χωνέψουν» μερικοί καλύτερα)… για κάθε χίλιους κατοίκους υπήρχαν 138 κλίνες!

    Με δύο λόγια, το 1989 στην ΕΣΣΔ υπήρχαν 26,5 φορές περισσότερες κλίνες από ότι διαθέτει η ΕΕ και 29 φορές πιο πολλές συγκριτικά με την Ελλάδα, 20 χρόνια αργότερα.

    Κι αυτό με τα μέσα και την τεχνολογία που υπήρχαν πριν από 30 χρόνια!

    Το 1989 τι τεχνολογία ήταν διαθέσιμη στον κόσμο;

    Δεν είχαν ακόμα εφευρεθεί τα DVD, τα mp3, το Wi-Fi, η ψηφιακή επικοινωνία, ούτε φυσικά τα κινητά τηλέφωνα… ενώ η πλειοψηφία δεν διέθετε καν έγχρωμη τηλεόραση, πόσω μάλλον να έχει και υπολογιστή στο σπίτι της…


    Παρά το γεγονός οτι κατά την διάρκεια του Β΄ ΠΠ στη ΕΣΣΔ καταστράφηκαν 40.000 νοσοκομεία και υγειονομικά κέντρα, μόλις το 1947 οι βασικοί δείκτες περίθαλψης είχαν επανέλθει στα προπολεμικά επίπεδα!
    Δεν είχε καλά-καλά προλάβει να δημιουργηθεί-εξαπλωθεί το ίντερνετ!

    Εκείνη την εποχή λοιπόν οι σοβιετικοί είχαν την ικανότητα να καλύπτουν τις νοσοκομειακές και υγειονομικές ανάγκες ολόκληρου του λαού σε υπερθετικό βαθμό…που έφτανε σε ποσοστό στο 13,87%, που συγκρινόμενο με τα ποσοστά της ΕΕ και της Ελλάδας προκαλεί ίλιγγο!

    Μετά από όλα αυτά δεν νομίζω πως χρειάζεται να πούμε κάτι άλλο…

    ΑπάντησηΔιαγραφή