Υποστελεχωμένα νοσοκομεία, εξοντωτικές συνθήκες, γιατροί σε ρόλο καμικάζι και νέοι χωρίς ειδικότητα που αναγκάζονται να αναλάβουν ευθύνες που δεν τους αναλογούν. Αυτή είναι η τωρινή εικόνα του Εθνικού Συστήματος Υγείας.
Τους τελευταίους μήνες οι παραιτήσεις των γιατρών από το Εθνικό Σύστημα Υγείας διαδέχονται η μία την άλλη, ειδικά στα νοσοκομεία της Περιφέρειας.
Ντίνα Καράτζιου - Lifo.gr
Η ανάταξη του Εθνικού Συστήματος Υγείας που υποσχέθηκε η κυβέρνηση δεν αντανακλάται στην καθημερινότητα των νοσοκομείων, στα οποία «επικρατούν συνθήκες πολέμου».
Ένα από τα κυρίαρχα προβλήματα είναι η υποστελέχωση, που οδηγεί σε μια αλυσίδα προβλημάτων. Τι έκανε η κυβέρνηση για να ενισχύσει το προσωπικό του ΕΣΥ;
«Εάν σήμερα 100 γιατροί αποφάσιζαν ταυτόχρονα να πάνε μια εκδρομή για 10 μέρες, γεμίζοντας δύο λεωφορεία, καμιά δεκαριά νοσοκομεία θα έκλειναν και το ΕΣΥ θα κατέρρεε».
Μ’ αυτήν τη φράση περιγράφει γιατρός με μεγάλη εμπειρία τη δραματική υποστελέχωση του Εθνικού Συστήματος Υγείας, η οποία δεν περιορίζεται μόνο στους γιατρούς, αλλά αφορά και σε όλους τους άλλους κλάδους του υγειονομικού προσωπικού, από τους νοσηλευτές μέχρι τους τραυματιοφορείς.
Τους τελευταίους μήνες οι παραιτήσεις γιατρών από το Εθνικό Σύστημα Υγείας διαδέχονται η μία την άλλη, ειδικά στα νοσοκομεία της περιφέρειας. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι στην Αττική είναι καλύτερη η κατάσταση.
Οι ελλείψεις γιατρών καλύπτονται πολλές φορές με μετακινήσεις προσωπικού από το ένα νοσοκομείο στο άλλο. Οι γιατροί υποστηρίζουν ότι η τακτική αυτή διαταράσσει την ομαλή λειτουργία του τμήματος από το οποίο μετακινούνται, χωρίς να λύνει παράλληλα και το πρόβλημα στο τμήμα στο οποίο καλούνται να καλύψουν κενά.
«Πολλά παιδιά παρακάμπτουν το αγροτικό και στρέφονται απευθείας στην ειδίκευση, φεύγοντας στο εξωτερικό. Έχουμε σοβαρότατο πρόβλημα. Δεν υπάρχει προσέλευση νέων γιατρών. Αυτό σημαίνει ότι δεν έχουμε μέλλον. Το ΕΣΥ είναι γερασμένο».
Πρόσφατα η ΕΙΝΑΠ, η Ένωση Νοσοκομειακών Ιατρών Αθηνών Πειραιώς, με πρόεδρο τη Ματίνα Παγώνη, εγκαλούσε την 1η Υγειονομική Περιφέρεια (1η ΥΠΕ), υπό τη διοικητική εποπτεία της οποίας βρίσκονται τα νοσοκομεία της Αθήνας, αλλά και το υπουργείο Υγείας για την τρίμηνη μετακίνηση μιας καρδιολόγου από το νοσοκομείο Παμμακάριστος στο Παίδων Αγλαΐα Κυριακού. Ανέφερε ότι η μετακίνηση της γιατρού θα αφήσει το νοσοκομείο με δύο μόνο καρδιολόγους, οι οποίοι θα αδυνατούν να καλύψουν τις ανάγκες του καρδιολογικού τμήματος αλλά και όλου του νοσοκομείου.
Στην έγγραφη καταγγελία η ΕΙΝΑΠ υποστήριξε, μάλιστα, ότι η συνάδελφός τους δεν διαθέτει ειδίκευση παιδοκαρδιολογίας, ούτε εμπειρία ή προϋπηρεσία σε παιδοκαρδιολογικό τμήμα, ενώ και η ίδια η γιατρός δήλωσε αδυναμία κάλυψης έκτακτων περιστατικών και εφημεριών σε παιδιατρικό νοσοκομείο.
Έγγραφη καταγγελία της ΕΙΝΑΠ για την τρίμηνη μετακίνηση μίας καρδιολόγου από το νοσοκομείο Παμμακάριστος στο Παίδων Αγλαΐα Κυριακού.
Στα τέλη του περασμένου μήνα υπήρξε και άλλη καταγγελία. Για την παράταση μετακίνησης από το Τζάνειο πάλι προς το Παίδων Αγλαΐα Κυριακού ενός αναισθησιολόγου, ο οποίος επανειλημμένα έχει δηλώσει, όπως αναφέρεται στην καταγγελία, ότι δεν έχει εμπειρία σε παιδιατρικούς ασθενείς, ενώ από το 2021 που ο ίδιος γιατρός ανέλαβε καθήκοντα επιμελητή Α΄ έχει μετακινηθεί 17 φορές, κυρίως σε νησιά, από τη 2η Υγειονομική Περιφέρεια Πειραιά και Αιγαίου.
Τον Ιούνιο καταγγέλθηκε επίσης η μετακίνηση ενός διευθυντή χειρουργού από το Β΄ Χειρουργικό Τμήμα του Ευαγγελισμού στην πανεπιστημιακή Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του ίδιου νοσοκομείου. Όπως ανέφερε η ΕΙΝΑΠ, αφενός ο συγκεκριμένος χειρουργός δεν διαθέτει πιστοποιητικό ειδίκευσης στην εντατική θεραπεία και αφετέρου υπάρχει αρνητική εισήγηση της διευθύντριας ΜΕΘ για την τοποθέτησή του εκεί.
Έγγραφη καταγγελία της ΕΙΝΑΠ για την παράταση μετακίνησης αναισθησιολόγου από το Τζάνειο πάλι προς το Παίδων Αγλαΐα Κυριακού
Παράλληλα σημείωναν ότι η μετακίνηση αυτή θα αδρανοποιήσει τον συνάδελφό τους από τα κλινικά και χειρουργικά του καθήκοντα, τη στιγμή που στο νοσοκομείο υπάρχει τεράστιος αριθμός ασθενών που περιμένουν να χειρουργηθούν.
Αγροτικοί γιατροί στα επείγοντα περιστατικά
Για να καλυφθούν τα κενά στα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών των περιφερειακών νοσοκομείων μετακινούνται από τα περιφερειακά ιατρεία και τα Κέντρα Υγείας αγροτικοί γιατροί. Πτυχιούχοι δηλαδή της ιατρικής οι οποίοι δεν έχουν ακόμη καμία ειδίκευση: «Αυτός ήταν ένας λόγος που έφυγαν πολλοί νέοι συνάδελφοι. Υποχρέωναν τους αγροτικούς γιατρούς να κάνουν έναν αριθμό εφημεριών σε Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών τα οποία είναι φοβερά υποστελεχωμένα και αναγκάζονταν να αναλάβουν ευθύνη η οποία δεν τους αναλογούσε. Δέχονταν απίστευτη πίεση, τρομερό στρες, με αποτέλεσμα να παραιτούνται», λέει ο Γιάννης Σαριδάκης, πρόεδρος της Ένωσης Νοσοκομειακών Γιατρών Ρεθύμνου.
Γι’ αυτόν τον λόγο δεν υπάρχει ενδιαφέρον για τις προκηρύξεις των αγροτικών γιατρών στο Ρέθυμνο: «Πολλά παιδιά παρακάμπτουν το αγροτικό και στρέφονται απευθείας στην ειδίκευση, φεύγοντας στο εξωτερικό. Έχουμε σοβαρότατο πρόβλημα. Δεν υπάρχει προσέλευση νέων γιατρών. Αυτό σημαίνει ότι δεν έχουμε μέλλον. Το ΕΣΥ είναι γερασμένο».
«Διαλυτικές οι συνθήκες στα περιφερειακά νοσοκομεία»
Ο κ. Γ. Σαριδάκης
Ο Γ. Σαριδάκης μας λέει ότι πολλές φορές νιώθει πως «η λειτουργία του νοσοκομείου κρέμεται από μια κλωστή. Οι συνθήκες είναι διαλυτικές. Είναι συνθήκες απόλυτης υποβάθμισης. Μια κλινική λειτουργεί με δανεικούς γιατρούς από το Ηράκλειο, οι οποίοι έρχονται στο Ρέθυμνο και δεν προλαβαίνουν ούτε καν να γνωρίσουν την κλινική τους, πρέπει να εφημερεύσουν, να πάνε στα επείγοντα».
Στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών υπάρχει σοβαρότατο πρόβλημα, μας εξηγεί: «Αντί για επτά γιατρούς, έχουμε δύο να υπηρετούν. Στην παθολογική κλινική είναι μόνο δύο γιατροί, ενώ έπρεπε να έχει τουλάχιστον έξι, όπως είχε πριν από λίγα χρόνια, ενώ από τους δέκα ειδικευόμενους έχει μείνει μόνο ένας».
Ο Γ. Σαριδάκης ισχυρίζεται ότι η υποστελέχωση βγάζει στην αχρησία πανάκριβα ιατρικά μηχανήματα: «Στο νοσοκομείο Ρεθύμνου υπάρχει ένας ολοκαίνουργιος μαγνητικός τομογράφος αξίας ενός εκατομμύριου ευρώ και πάνω, ο οποίος είναι εκτός λειτουργίας εξαιτίας της έλλειψης προσωπικού». Για τους γιατρούς «οι συνθήκες είναι εξοντωτικές. Είναι συνθήκες που δεν σου επιτρέπουν να ασκείς με ποιότητα την ιατρική και να προσφέρεις στον πολίτη αξιοπρεπείς υπηρεσίες υγείας. Παράλληλα, δεν επιτρέπουν στον γιατρό να έχει αξιοπρεπή επιστημονική ενημέρωση και εκπαίδευση».
Εφημερίες με «εντέλλεσθε»
Ο κ. Γιάννης Ανδριώτης
Ο Γιάννης Ανδριώτης υπέβαλε την παραίτησή του από τη διεύθυνση της Καρδιολογικής Κλινικής και τη θέση του τομεάρχη του Παθολογικού Τομέα στο νοσοκομείο Αγ. Νικολάου στην Κρήτη τον περασμένο Ιούνιο. Παραιτήθηκε γιατί ήρθε σε ρήξη με τη διοίκηση του νοσοκομείου, καθώς του ζητήθηκε με τη διαδικασία του «εντέλλεσθε» να κάνει και επιπλέον εφημερία από αυτές που είχε χρεωθεί: «Ποτέ δεν συμπεριφέρθηκα σαν δημόσιος υπάλληλος. Μαζί με τους συναδέλφους μου κρατήσαμε όλα αυτά τα χρόνια όρθια την κλινική. Αλλά υπάρχουν και κάποια όρια συμπεριφοράς τα οποία ξεπεράστηκαν από τη διοίκηση. Δεν μπορούσα να το ανεχτώ».
Ο Γ. Ανδριώτης μάς λέει ότι το νοσοκομείο σήμερα είναι αντιμέτωπο με πολύ μεγάλες ελλείψεις προσωπικού: «Το Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών έχει πάρα πολύ σοβαρό πρόβλημα. Υπάρχουν μέρες που εφημερεύει ένας γιατρός. Πρόσφατα ένας τουρίστας ήρθε με φοβερό πονοκέφαλο. Ήταν τελικά ρήξη ανευρύσματος. Ο άνθρωπος έπεσε σε κώμα. Δεν είχαμε αναισθησιολόγο, δεν είχαμε εντατικολόγο, δεν είχαμε ακτινολόγο να κάνουμε μια αξονική, και τελικά μεταφέρθηκε στο Ηράκλειο».
«Γιατροί εξουθενωμένοι και κακοπληρωμένοι»
Ο κ. Παύλος Μαλινδρέτος
Πρόσφατα παραιτήθηκαν τέσσερις γιατροί από το Αχιλλοπούλειο, το Γενικό Νοσοκομείο Βόλου. Οι τρεις, μεταξύ των οποίων και ο διευθυντής, προέρχονται από το Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών και ο τέταρτος ήταν χειρουργός. Το ίδιο διάστημα παραιτήθηκαν άλλοι τρεις γιατροί από τα Κέντρα Υγείας Ζαγοράς και Βελεστίνου: «Η πραγματική “αντικειμενική αξία” των γιατρών είναι πολύ μεγαλύτερη από τους μισθούς που τους δίνει το Εθνικό Σύστημα Υγείας», λέει στη LiFO ο Παύλος Μαλινδρέτος, νεφρολόγος και πρόεδρος των νοσοκομειακών γιατρών Βόλου. «Οι γιατροί έχουν βγει από μια πραγματικά κουραστική περίοδο, κατά την οποία δεν έπαιρναν για πολύ καιρό άδειες και ρεπό. Έχουν εξαντληθεί οι αντοχές τους. Οπότε οποιοσδήποτε εκνευρισμός τούς οδηγεί πολύ εύκολα έξω από το σύστημα υγείας».
Για τον Παύλο Μαλινδρέτο, «μαγικές λύσεις δεν υπάρχουν. Πρέπει να γίνουν μαζικές προσλήψεις και αυξήσεις μισθών. Με επιλεκτικές προσλήψεις το πρόβλημα δεν λύνεται. Οι γιατροί είναι εξουθενωμένοι ψυχολογικά και σωματικά και ταυτόχρονα είναι κακοπληρωμένοι. Το Εθνικό Σύστημα Υγείας δεν είναι πια ελκυστικό γι’ αυτούς και αν δεν αλλάξει κάτι θα έχουμε συνεχώς νέες αποχωρήσεις έμπειρων γιατρών, που για χρόνια δουλεύουν με μεγάλη αφοσίωση για το Εθνικό Σύστημα Υγείας».
«Γινόμαστε επικίνδυνοι για τους εαυτούς μας και τους ασθενείς»
Ο κ. Βαγγέλης Παπαμιχαήλ
Από το νοσοκομείο Σερρών έχουν παραιτηθεί τα τελευταία τέσσερα χρόνια επτά παθολόγοι, εκ των οποίων οι τέσσερις τον τελευταίο χρόνο, λόγω των μετακινήσεών τους για την κάλυψη κενών στο νοσοκομείο της Δράμας. Στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών και για τα δύο τμήματα της Παθολογικής, που αριθμούν 68 κλίνες, εφημερεύει μόνο ένας ειδικός. Ο γιατρός Βαγγέλης Παπαμιχαήλ, που είναι εκπρόσωπος των νοσοκομειακών γιατρών, λέει στη LiFO ότι η στελέχωση της κλινικής τα τελευταία χρόνια κινούνταν στο 50 με 60%. «Η κατάσταση όμως έχει αλλάξει προς το χειρότερο, λόγω των παραιτήσεων σε συγκεκριμένες ειδικότητες. Οι συνθήκες εργασίας είναι πια τραγικές. Μας έχουν στύψει. Έχουμε χάσει κάθε έννοια ζωής και υγείας στο νοσοκομείο», λέει.
Για το προσωπικό που έχει απομείνει, η κατάσταση είναι εξοντωτική: «Γινόμαστε επικίνδυνοι για τους εαυτούς μας και τους ασθενείς. Σκεφτείτε το λίγο. Θα μπαίνατε σε ένα αεροπλάνο αν γνωρίζατε ότι ο πιλότος ήταν 24 ώρες άυπνος; Είναι επικίνδυνο ένας γιατρός να δουλεύει 36 και 48 ώρες συνεχόμενα. Στην περίπτωσή μας, η υπερεφημέρευση αναισθησιολόγων στο νοσοκομείο μας μπορεί να φτάσει και τα τέσσερα 24ωρα. Μπαίνουν τη μία μέρα και βγαίνουν μετά από τέσσερις».
Οι προσλήψεις που ανακοινώθηκαν και ο προσλήψεις που έγιναν
Η κυβέρνηση υποσχέθηκε χιλιάδες προσλήψεις μόνιμου προσωπικού στο Εθνικό Σύστημα Υγείας. Οι εξαγγελίες είναι πολλές και οι δηλώσεις που έχουν γίνει κατά καιρούς πραγματικά μπερδεύουν. Ειδικά από την έλευση της πανδημίας και μετά, όλοι οι υπουργοί Υγείας είχαν «δρομολογήσει προσλήψεις», όπως δήλωναν. Τον Φεβρουάριο του 2022 η κυβέρνηση έδωσε στη δημοσιότητα ένα βίντεο στο οποίο κατέγραφε τις προσλήψεις που έκανε στο ΕΣΥ κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Ανέφερε ότι τα νοσοκομεία ενισχύθηκαν συνολικά με 3.729 χιλιάδες μόνιμο προσωπικό: 2.114 γιατρούς, 797 νοσηλευτές και 818 λοιπό προσωπικό. Και «τάχιστα», όπως καταγράφεται στο βίντεο, θα γίνονταν 15.732 προσλήψεις επικουρικού προσωπικού, δηλαδή εργαζόμενων με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, οι οποίες είναι συνήθως ετήσιες ή διετείς. Σύμφωνα με τα νούμερα που έδωσε η κυβέρνηση, οι προσλήψεις επικουρικού προσωπικού αφορούσαν 1.941 γιατρούς, 8.726 νοσηλευτές και 5.065 λοιπό προσωπικό.
Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να έχουν υλοποιηθεί συνολικά 19.461 προσλήψεις. Έναν χρόνο μετά, τον Μάρτιο του 2023, το Κέντρο Έρευνας και Εκπαίδευσης στη Δημόσια Υγεία και την Πρωτοβάθμια Φροντίδα παρουσίασε μια έρευνα για την εξέλιξη του υγειονομικού προσωπικού πριν από και κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Η μελέτη παρουσιάζει σημαντικότατες αποκλίσεις από τις ανακοινώσεις της κυβέρνησης. Αναφέρει ότι την τριετία 2019-22 το προσωπικό των νοσοκομείων του ΕΣΥ αυξήθηκε κατά 9,4%.
Σύμφωνα με τη μελέτη το μόνιμο προσωπικό των νοσοκομείων του ΕΣΥ παρέμεινε σχεδόν στάσιμο, καθώς ή αύξηση ανέρχεται στο 0,5% δηλαδή, 321 νέες θέσεις μόνιμης εργασίας κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Σε νούμερα, πρόκειται για μια αποκατάσταση 7.223 περίπου θέσεων εργασίας, προερχόμενη σχεδόν αποκλειστικά από την αύξηση του επικουρικού ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού και των ειδικευόμενων ιατρών, η οποία πραγματοποιήθηκε μόνο κατά το τρίτο έτος της πανδημίας, σύμφωνα με τη μελέτη. Καταγράφει ότι το μόνιμο προσωπικό των νοσοκομείων του ΕΣΥ παρέμεινε σχεδόν στάσιμο, καθώς η αύξηση ανέρχεται στο 0,5%, δηλαδή 321 νέες θέσεις μόνιμης εργασίας κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Τα στοιχεία αυτά, που δεν έχουν αμφισβητηθεί, παρουσιάζουν μια τελείως διαφορετική εικόνα από αυτή που παρουσίασε η κυβέρνηση.
Οι μελετητές ωστόσο σημειώνουν ότι η απόκλιση από τις δηλώσεις του υπουργείου Υγείας για τις προσλήψεις επικουρικού προσωπικού πιθανόν να οφείλεται στο γεγονός ότι το υπουργείο Υγείας, όταν ανακοίνωσε τους αριθμούς αυτούς, συμπεριέλαβε εκτός από τα νοσοκομεία του ΕΣΥ και τις προσλήψεις που πραγματοποιήθηκαν σε κέντρα υγείας ή άλλους εποπτευόμενους φορείς του ίδιου υπουργείου, όπως είναι για παράδειγμα ο Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ). Όσον αφορά την απόκλιση από τις δηλώσεις του υπουργείου για τον αριθμό των προσλήψεων μόνιμου προσωπικού στα νοσοκομεία του ΕΣΥ, οι μελετητές δίνουν την εξής εξήγηση: «Πιθανόν να οφείλεται στο ότι οι ρυθμοί αποχώρησης από τα νοσοκομεία του ΕΣΥ ήταν κατά πολύ υψηλότεροι από τους ρυθμούς των επικαλούμενων προσλήψεων κατά τη διάρκεια της πανδημίας».
Οι υποσχέσεις και η πραγματικότητα
Το 2023, πριν από τις εθνικές εκλογές, η κυβέρνηση είχε ανακοινώσει ότι θα γίνουν 10.000 προσλήψεις στο Εθνικό Σύστημα Υγείας. Οι κυβερνητικοί σχεδιασμοί για την αναμόρφωση του ΕΣΥ παρουσιάστηκαν τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου, με βίντεο που ανάρτησε στο TikTok ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, υπενθυμίζοντας ότι θα υλοποιήσει την προεκλογική του δέσμευση, όσον αφορά τις χιλιάδες προσλήψεις στο ΕΣΥ.
Για τους γιατρούς «οι συνθήκες είναι εξοντωτικές. Είναι συνθήκες που δεν σου επιτρέπουν να ασκείς με ποιότητα την ιατρική και να προσφέρεις στον πολίτη αξιοπρεπείς υπηρεσίες υγείας. Παράλληλα δεν επιτρέπουν στο γιατρό να έχει αξιοπρεπή επιστημονική ενημέρωση και εκπαίδευση». Φωτ.: Michael Prince/Getty Images/Ideal Image
Ανακοίνωσε ότι το υπουργικό συμβούλιο ενέκρινε τον προγραμματισμό των 6.500 προσλήψεων γιατρών και νοσηλευτών. Κατά τη συζήτηση του προϋπολογισμού του 2024, ο τότε υπουργός Υγείας Μ. Χρυσοχοΐδης ανέφερε άλλα νούμερα. Δήλωσε ότι προχωράει η προκήρυξη για τον διορισμό 1.450 γιατρών για το ΕΣΥ, διαφόρων ειδικοτήτων.
Ο Πάνος Παπανικολάου, νευροχειρουργός και γενικός γραμματέας της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδος (ΟΕΝΓΕ), λέει στη LiFO ότι πράγματι υπήρξε δέσμευση από τον Μ. Χρυσοχοϊδη στη συνάντηση που έγινε με την ΟΕΝΓΕ για την προκήρυξη 1.250 θέσεων επιμελητών κλάδου ΕΣΥ, δηλαδή γιατρών, και 250 θέσεων πανεπιστημιακών ειδικευμένων γιατρών για τα πανεπιστημιακά νοσοκομεία: «Αυτό όμως δεν έγινε ποτέ. Μετά τον ανασχηματισμό, ο Άδωνις Γεωργιάδης ακύρωσε αυτόν τον σχεδιασμό και οι θέσεις δεν προκηρύχθηκαν ποτέ. Προκηρύχθηκαν μόνο 704 θέσεις και οι διαδικασίες δεν έχουν ολοκληρωθεί ακόμη». Ο ίδιος υποστηρίζει ότι «εγκρίνονται με το σταγονόμετρο οι προσλήψεις επικουρικού ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού, κάτι που δεν γινόταν μέχρι σήμερα».
Ο κ. Γιώργος Φερεντίνος
Ο Γιώργος Φερεντίνος, καρδιολόγος και πρόεδρος των εργαζομένων στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός, εξηγεί στη LiFO ότι «οι θέσεις που έχει προκηρύξει πανελλαδικά το υπουργείο Υγείας δεν φτάνουν να καλύψουν ούτε τις μισές κενές θέσεις γιατρών στον Ευαγγελισμό. Όταν στο νοσοκομείο υπάρχουν πάνω από 400 κενές θέσεις γιατρών, το να προσληφθούν 20 γιατροί, όπως προφανώς θα γίνει μέσω αυτής της προκήρυξης, είναι ελάχιστος αριθμός για να συμβάλει στην καλύτερη λειτουργία του νοσοκομείου, εάν υπολογίζουμε ότι ταυτόχρονα συνταξιοδοτούνται κάθε χρόνο πάνω από 30 συνάδελφοι και φεύγουν από τον Ευαγγελισμό». Εξαιτίας της υποστελέχωσης και των συνταξιοδοτήσεων, το υπάρχον προσωπικό «δεν μπορεί ταυτόχρονα να καλύπτει και τα τακτικά ιατρεία και τις κλινικές και τις εφημερίες. Σκεφτείτε ότι το ιατρείο Πάρκινσον, εξωτερικό ιατρείο του Ευαγγελισμού, δεν ξαναλειτούργησε εδώ και 1,5 χρόνο περίπου, από τη στιγμή δηλαδή που συνταξιοδοτήθηκε ο συνάδελφος νευρολόγος».
Ο Γιώργος Φερεντίνος λέει ότι «με τα επίσημα στοιχεία του νοσοκομείου, έχουμε πάνω από 1.100 κενές θέσεις προσωπικού όλων των ειδικοτήτων, όχι μόνο στο ιατρονοσηλευτικό προσωπικό αλλά και στις επικουρικές ειδικότητες».
Όσον αφορά τις προσλήψεις πέραν των γιατρών, που γίνονται με άλλη διαδικασία, εκτός ΑΣΕΠ, η εικόνα έχει ως εξής: τον Απρίλιο εκδόθηκε μια προκήρυξη του ΑΣΕΠ για 1.437 θέσεις. Οι 538 αφορούν την κάλυψη θέσεων στο ΕΚΑΒ και οι υπόλοιπες 599 λοιπό προσωπικό. Για το ΕΚΑΒ πρόσφατα ο Α. Γεωργιάδης δήλωσε ότι έχει ζητήσει από το υπουργείο Εσωτερικών να εγκρίνει 500 θέσεις επικουρικών, δηλαδή εργαζομένων με συμβάσεις ορισμένου χρόνου.
Για το νοσηλευτικό προσωπικό, στο στάδιο της ολοκλήρωσης μετά από δυόμισι χρόνια βρίσκεται μία προκήρυξη για 3.720 θέσεις, ενώ τον περασμένο Μάιο δημοσιεύτηκε μια προκήρυξη 817 θέσεων που αφορά νοσηλευτικό προσωπικό αλλά και μία σειρά άλλων ειδικοτήτων πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, από βιοχημικούς μέχρι μηχανικούς και διοικητικό προσωπικό.
Ο κ. Μιχάλης Γιαννάκος
Στις 6.500 προσλήψεις που είχε ανακοινώσει ο πρωθυπουργός συμπεριέλαβε και αυτές που αφορούν την πρωτοβάθμια φροντίδα. Βάσει των ανακοινώσεων του υπουργού Υγείας Α. Γεωργιάδη και της αν. υπουργού Υγείας Ειρήνης Αγαπηδάκη, πρόκειται για 1.375 προσλήψεις. Όπως ανέφεραν στη LiFO από το υπουργείο Υγείας, οι προσλήψεις αυτές αφορούν 360 γιατρούς, 600 νοσηλευτές, 385 μέλη ΔΕΠ, δηλαδή πανεπιστημιακούς. Για το πόσο έχει προχωρήσει η διαδικασία, μας είπαν ότι «η διοικητική διαδικασία των προσλήψεων μόνιμου προσωπικού ξεκινά από το υπουργείο Υγείας, στη συνέχεια προχωρούν σε επεξεργασία τα συναρμόδια υπουργεία (π.χ. Εσωτερικών) και εν τέλει καταλήγει στο ΑΣΕΠ. Στη φάση αυτή, η επεξεργασία από το υπουργείο Υγείας έχει ολοκληρωθεί».
Αξίζει να σημειωθεί, επίσης, ότι αρκετές από τις θέσεις αυτές στην πραγματικότητα αφορούν ανακύκλωση του υπάρχοντος προσωπικού: «Δεν υπάρχει περίπτωση να στελεχωθούν τα νοσοκομεία με προσωπικό, όταν οι προσλήψεις γίνονται με το σταγονόμετρο», λέει στη LiFO ο Μιχάλης Γιαννάκος, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Δημόσιων Νοσοκομείων.
Και προσθέτει: «Πολλές φορές έχουμε την ανακύκλωση του υπηρετούντος προσωπικού. Μόνιμοι οι οποίοι θέλουν να αλλάξουν νοσοκομείο και επικουρικοί που θέλουν να μονιμοποιηθούν».
Γιατροί σε ρόλο καμικάζι
Πολύς λόγος έχει γίνει τις τελευταίες μέρες για τις προκηρύξεις που αφορούν προσλήψεις γιατρών οι οποίες κηρύσσονται άγονες, δεν υπάρχει δηλαδή, ενδιαφέρον από γιατρούς. Πρόκειται κυρίως για στοχευμένες προκηρύξεις οι οποίες αφορούν θέσεις σε υποστελεχωμένα νοσοκομεία της νησιωτικής και ηπειρωτικής Ελλάδας: «Όταν προκηρύσσεις αυτές τις θέσεις με απολαβές που ανέρχονται στο 1/3 του μέσου όρου του μισθού της Ευρώπης, και οι γιατροί γνωρίζουν ότι θα υπερεργάζονται και θα υπερεφημερεύουν σε τμήματα που είναι διαλυμένα, είναι σαν να τους λες “μην έρθετε, κακομοίρηδες, σας περιμένει Γολγοθάς”. Σε μια παθολογική κλινική που προβλέπεται να έχει επτά άτομα δεν μπορεί να έχει απομείνει ένας γιατρός και να προκηρύσσονται μία ή δύο θέσεις. Αυτοί οι δύο γιατροί δεν θα έρθουν ποτέ. Γιατί ξέρουν ότι τους περιμένουν 10 με 12 εφημερίες τον μήνα. Έτσι αυτές οι θέσεις θα προκηρύσσονται για τα μάτια του κόσμου και ποτέ δεν θα καταλαμβάνονται.
Ο κ. Νίκος Ποταμίτης
»Εμείς έχουμε πει, αν λείπουν πέντε γιατροί, να προκηρύσσονται τρεις θέσεις μαζί. Για να ξέρουν οι τρεις αυτοί ότι θα δουλέψουν παράλληλα και δεν θα τους πέσει το φορτίο των 10 και 12 εφημεριών τον μήνα. Αντί γι’ αυτό, λοιπόν, τι κάνουν; Προκηρύσσεται μία ή σπάνια δύο θέσεις σε κλινικές απ’ τις οποίες λείπουν πέντε», λέει στη LiFO ο Νίκος Ποταμίτης, διευθυντής της Ορθοπεδικής Κλινικής Ζακύνθου και πρόεδρος της Ένωσης Νοσοκομειακών Γιατρών. Στο νοσοκομείο της Ζακύνθου, όπως υποστηρίζει, «θα έπρεπε να είναι 64 γιατροί και είναι μόνο 29. Τα τελευταία χρόνια δόθηκε μια μικρή βοήθεια από 8 επικουρικούς, οι οποίοι όμως σε έναν χρόνο θα φύγουν. Η κατάσταση, ειδικά το καλοκαίρι, είναι εκτός ελέγχου, εξαιτίας και των τουριστών που λειτουργούν εντελώς ξέφρενα και υπάρχουν πολλά ατυχήματα».
Πρόσφατα ο Α. Γεωργιάδης ανέφερε ότι «οι δύο κρίσιμες ειδικότητες στις οποίες έχουμε έλλειψη στην Ελλάδα είναι αναισθησιολόγοι και παθολόγοι. Ένας αναισθησιολόγος που δουλεύει σήμερα στον ιδιωτικό τομέα στην Ελλάδα μπορεί να αμείβεται, χωρίς υπερβολή, με 10.000 ευρώ μηνιαίως. Αν αμείβεται με πάνω από 10.000 ευρώ τον μήνα, το να έρθει να δουλέψει στο ΕΣΥ για 2.000 ευρώ δεν του είναι πολύ αρεστό, έχει πολύ μεγαλύτερο συμφέρον να εργαστεί στην ιδιωτική υγεία. Άρα, όσες προσκλήσεις και να βγάζουμε εμείς, η διαφορά είναι πολύ μεγάλη. Αν αυτό δεν το καταλάβουμε ως πρόβλημα, δεν θα μπορέσουμε να συμφωνήσουμε και στη λύση».
Ο Α. Γεωργιάδης ανέφερε ακόμη ότι «το προσωπικό του ΕΣΥ έχει πάρει τη μεγαλύτερη αύξηση από τους υπόλοιπους Έλληνες και δικαίως έχει πάρει. Στην πενταετία Μητσοτάκη έχουν πάρει αύξηση 20% και με τις εφημερίες φτάνουν 25%. Για τον μέσο όρο της Ελλάδας είναι πολύ καλύτερα από τους άλλους».
«Αν το υπουργείο εξασφάλιζε ότι οι γιατροί θα δούλευαν στα δημόσια νοσοκομεία με τα ωράρια που ορίζουν ο νόμος και οι μελέτες, δηλαδή 48 ώρες εργασίας την εβδομάδα, και αποκαθιστούσε τους μισθούς ώστε να προσεγγίζουν τον μέσο όρο της Ευρώπης, τα νοσοκομεία θα γέμιζαν και πάλι», λένε πολλοί γιατροί.
Ο κ. Πάνος Παπανικολάου
Ο Πάνος Παπανικολάου αναφέρει ότι «για να μην υποχρεωθεί ο γιατρός να γίνει καμικάζι, κάνοντας 10 και 15 εφημερίες σε ένα υποστελεχωμένο νοσοκομείο», έχει προταθεί συγκεκριμένη λύση προς το υπουργείο Υγείας: ζητήσαμε να προκηρύσσονται όλες οι κενές οι θέσεις μαζί, όχι με το σταγονόμετρο. Προτείναμε να υπάρχει μια ενιαία, πανελλαδική προκήρυξη για όλες τις θέσεις. Θα ήξερε η/ο συνάδελφος που έχει περάσει τις εξετάσεις και έχει πάρει τον τίτλο ειδικότητας ότι θα υπάρχει κάθε χρόνο αυτή η προκήρυξη». Εφόσον το υπουργείο Υγείας θα έμπαινε στη λογική της ενιαίας προκήρυξης, «ο κάθε γιατρός θα δήλωνε πρώτο, δεύτερο, τρίτο και τέταρτο νοσοκομείο προτίμησης. Με την προϋπόθεση ότι θα ξέρει πως δεν θα πάει αναγκαστικά στην πρώτη πόλη προτίμησής του με τον πρώτο διορισμό. Μπορεί να πάει στο τρίτο ή στο τέταρτο νοσοκομείο προτίμησής του. Παράλληλα, θα υπάρχει δεσμευτική διάταξη την οποία δεν θα μπορεί να την παραβιάζει η πολιτεία. Μ’ αυτήν τη διάταξη θα προβλέπεται ότι μετά από ένα χρονικό διάστημα, τεσσάρων-πέντε ετών, αν ο γιατρός εξακολουθεί να θέλει να μετακινηθεί στην πόλη που είχε δηλώσει ως πρώτη προτίμηση κατά τον πρώτο διορισμό, αυτό να γίνεται υποχρεωτικά. Αν το είχανε αυτό από το 2020 που το λέμε, σήμερα θα είχαμε λύσει το πρόβλημα. Δεν θέλουν να το κάνουν. Είναι σαφές ότι δεν θέλουν να το κάνουν», λέει.
Για τον Πάνο Παπανικολάου οι αιτιάσεις της κυβέρνησης και του Άδωνη Γεωργιάδη, που προτάσσουν την έλλειψη ενδιαφέροντος από πλευράς των γιατρών να στελεχώσουν τις κλινικές στην περιφέρεια, θεωρεί ότι σε αρκετές περιπτώσεις αποδείχθηκαν προφάσεις εν αμαρτίαις. Ισχυρίζεται ότι σε υποστελεχωμένα νοσοκομεία στα οποία ζητήθηκε επίμονα να προκηρυχθούν θέσεις, αυτό δεν έγινε ποτέ: «Ενώ ο υπουργός Υγείας δηλώνει καθημερινά ότι ψάχνει γιατρούς και δεν βρίσκει, όλο το περασμένο διάστημα η νευροχειρουργική κλινική του νοσοκομείου Παπανικολάου στη Θεσσαλονίκη ζητούσε επίμονα από τη διοίκηση της 3ης ΥΠΕ και την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας την προκήρυξη δύο θέσεων. Οι εκκλήσεις τους αγνοούνταν», λέει.
Η ΜΕΘ που έκλεισε, αλλά τελικά λειτουργεί
Μια δεύτερη «κραυγαλέα περίπτωση» για την οποία υπήρξαν συστηματικά εκκλήσεις για προκήρυξη θέσεων αφορά, όπως λέει, το νοσοκομείο Άρτας: «Από το 2021 οι γιατροί της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας του Νοσοκομείου Άρτας ζητούν την προκήρυξη δύο θέσεων επιμελητών. Όλες οι εκκλήσεις έχουν αγνοηθεί από τους αρμόδιους της 6ης ΥΠΕ και της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Υγείας», λέει.
Η Ελένη Γκιόκα, παιδίατρος και εκπρόσωπος των νοσοκομειακών γιατρών Άρτας, εξηγεί στη LiFO ότι «η Μονάδα Εντατικής Θεραπείας στο νοσοκομείο της Άρτας διαθέτει επτά κρεβάτια. Η διοίκηση του νοσοκομείου έχει αναγκαστεί να μειώσει τον αριθμό των λειτουργούντων κλινών στη ΜΕΘ εξαιτίας της έλλειψης προσωπικού. Υπάρχουν τρεις κενές οργανικές θέσεις γιατρών οι οποίες δεν έχουν προκηρυχθεί, παρόλο που έχει ζητηθεί. Αυτήν τη στιγμή οι δύο από τους τέσσερις γιατρούς έχουν πάρει άδεια για λόγους υγείας. Δεν υπάρχουν εφεδρείες για να καλυφθούν οι εφημερίες».
Η διοίκηση του νοσοκομείου έχει αναγκαστεί να μειώσει τον αριθμό των λειτουργούντων κλινών στη ΜΕΘ εξαιτίας της έλλειψης προσωπικού.
Η Ελένη Γκιόκα μάς εξηγεί ότι η ΜΕΘ κάθε νοσοκομείου είναι ένα νευραλγικό τμήμα, αλλά ειδικά για την περίπτωση του νοσοκομείου της Άρτας η λειτουργία της σε πλήρη ανάπτυξη έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς η διασπορά ΜΕΘ στην Ήπειρο και τη δυτική Στερεά είναι μικρή: «Εξυπηρετεί περιστατικά από τη Λευκάδα, την Αιτωλοακαρνανία, την Πρέβεζα και όλο τον ορεινό όγκο». Μερικά 24ωρα μετά τη συνομιλία μας με τη γιατρό, ο Μιχάλης Γιαννακός, πρόεδρος της ΠΟΕΔΗΝ, δημοσιοποίησε ότι η ΜΕΘ Άρτας έκλεισε, καλώντας τον Α. Γεωργιάδη να αναλάβει πρωτοβουλία για να ξανανοίξει.
Ο Α. Γεωργιάδης υποστήριξε λίγες ώρες μετά, με ανάρτησή του στο X, ότι τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι. Ανέφερε ότι «δεν ανεστάλη η λειτουργία και αντιμετωπίζονται οι όποιες δυσλειτουργίες προέκυψαν και προκάλεσαν τα αρνητικά δημοσιεύματα».
Δήλωσε ότι «το ιατρικό προσωπικό της ΜΕΘ του νοσοκομείου θα ενισχυθεί με την άμεση πρόσληψη μιας επικουρικής ιατρού. Επιπλέον, θα συνδράμουν τη ΜΕΘ ιατροί που θα μετακινηθούν από όμορα νοσοκομεία για την κάλυψη των κενών της εφημερίας τόσο του Ιουλίου όσο και του Αυγούστου». Και πως «τόσο η διοίκηση της 6ης Υγειονομικής Περιφέρειας, σε αγαστή συνεργασία με τα μεγάλα νοσοκομεία αρμοδιότητάς της, όσο και το υπουργείο Υγείας έχουν ενσκήψει από την πρώτη στιγμή στην ανάγκη ενίσχυσης της ΜΕΘ του Γενικού Νοσοκομείου Άρτας και έχουν λάβει τα αναγκαία μέτρα για την αδιάλειπτη και εύρυθμη λειτουργία της για την κάλυψη των υγειονομικών αναγκών του πληθυσμού».
Μία σύγχρονη κλινική χωρίς προσωπικό
Ο κ. Θεόδωρος Μαρινάκης
Ο Θεόδωρος Μαρινάκης, αιματολόγος, με θέση διευθυντή κλινικής την τελευταία επταετία, ολοκλήρωσε μια 24ετή θητεία στο Εθνικό Σύστημα Υγείας τον περασμένο Γενάρη, στο νοσοκομείο Γ. Γεννηματάς, και σήμερα ιδιωτεύει. Λόγω της σοβαρής υποστελέχωσης, είχε ζητήσει να παραμείνει στο ΕΣΥ, καθώς η κυβέρνηση είχε δώσει παράταση στην παραμονή γιατρών που έχουν συμπληρώσει το όριο ηλικίας για συνταξιοδότηση.
Η αιματολογία, όπως μας λέει, δεν είναι ανάμεσα στις ειδικότητες των γιατρών που κρίθηκε ότι έπρεπε να παραμείνουν στο ΕΣΥ. Ο Θ. Μαρινάκης εξηγεί στη LiFO ότι τα τελευταία χρόνια έγινε μια πολύ μεγάλη προσπάθεια στο Γεννηματά και μέσω ιδιωτικών χορηγιών η κλινική «μεταφέρθηκε σε ένα πολύ καλύτερο και αξιοπρεπέστερο χώρο. Στον 5ο όροφο του νοσοκομείου Γ. Γεννηματά, η Αιματολογική Κλινική παρέχει έναν αρκετά σύγχρονο τρόπο νοσηλείας των αιματολογικών ασθενών».
Το πρόβλημα που αντιμετωπίζει αυτή η σύγχρονη κλινική είναι η υποστελέχωση: «Είχαμε εννέα οργανικές θέσεις και οι τρεις παρέμεναν κενές, είτε λόγω συνταξιοδότησης, είτε λόγω παραίτησης κάποιων γιατρών που επέλεξαν να ακολουθήσουν μια άλλη καριέρα. Στις αρχές του χρόνου φύγαμε δύο διευθυντές, ενώ έμεινε και τρίτη κενή θέση από συνάδελφο αιματολόγο που απεβίωσε». Στην κλινική, όπως μας εξηγεί, δεν είχαν προσληφθεί ούτε επικουρικοί, δηλαδή γιατροί που καλύπτουν κενά όχι με μόνιμο διορισμό, αλλά με συμβάσεις ορισμένου χρόνου: «Το ζήτημα είναι ότι όσο μεγαλύτερη καθυστέρηση υπάρχει στην κάλυψη των θέσεων, τόσο οι γιατροί που έχουν μια ειδικότητα και περιμένουν θα πάνε στον ιδιωτικό τομέα ή στο εξωτερικό. Δεν μπορεί κάποιος να περιμένει δύο ή τρία χρόνια για να πάρει μια θέση επικουρικού γιατρού με ανανέωση κάθε χρόνο. Φτάνει 40 χρόνων και δεν έχει ξεκαθαρίσει τι θα κάνει». Παράλληλα, μας λέει ότι είχε καταθέσει αιτήματα προς την 1η Υγειονομική Περιφέρεια «προκειμένου να προχωρήσει προκήρυξη από το υπουργείο για θέσεις επιμελητών Β΄ ούτως ώστε να καλυφθούν τα κενά, αλλά δυστυχώς κάτι τέτοιο δεν πραγματοποιήθηκε». Στην ειδίκευση της αιματολογίας στο Γ. Γεννηματά φαίνεται ότι δεν υπάρχει συνέχεια. Μέχρι να αποχωρήσει ο Θ. Μαρινάκης, στην κλινική υπήρχε μόνο μία ειδικευόμενη: «Η εμπειρία και η γνώση των γιατρών δεν μεταβιβάζεται σε νέους ειδικευόμενους γιατρούς», μας λέει.
Ταυτόχρονα, η έλλειψη ειδικευόμενων «δημιουργεί ένα τεράστιο πρόβλημα για το πώς θα βγει η γενική εφημερία. Και ειδικά σε ένα νοσοκομείο όπως είναι το Γ. Γεννηματάς, το οποίο κάθε τέσσερις μέρες εμπλέκεται με γενική εφημερία στο Λεκανοπέδιο, που σημαίνει ότι η κλινική πρέπει να είναι καλυμμένη από το ανάλογο προσωπικό».
Το νοσοκομείο Γ. Γεννηματά συγκαταλέγεται στα πέντε νοσοκομεία που έχουν να διαχειριστούν τον μεγαλύτερο όγκο έκτακτων περιστατικών: «Χωρίς να έχουμε ειδικευόμενους, ουσιαστικά ο τρόπος με τον οποίο καλύπτεται σε εμάς η γενική εφημερία είναι με τη βοήθεια των γενικών γιατρών. Έχει κανονιστεί στο νοσοκομείο οι γενικοί γιατροί να βάζουν πλάτη. Διαφορετικά θα υπήρχε θέμα αναστολής από τη γενική εφημερία ανά τέσσερις ημέρες».
Η παραίτηση των ασθενών και η στροφή προς τους ιδιώτες
Μετά το τέλος της μεγάλης έξαρσης της πανδημίας, 1,5 εκατομμύριο πολίτες δεν επέστρεψαν στις άνευ πληρωμής υπηρεσίες των πρωινών ιατρείων. Αυτή είναι η μείωση που καταγράφεται για τα τακτικά εξωτερικά ιατρεία που διενεργούνται το πρωί σε σχέση με τις προ πανδημίας επισκέψεις, δηλαδή το 2018 και το 2019. Όπως μας εξηγεί ο Π. Παπανικολάου, «αρκετά νοσοκομεία έχουν περιορίσει αναγκαστικά τα ραντεβού στα πρωινά τακτικά ιατρεία προκειμένου να καλυφθούν με γιατρούς κατά προτεραιότητα τα τμήματα επειγόντων περιστατικών και τα έκτακτα περιστατικά. Υπάρχουν νοσοκομεία που δεν έχουν παθολόγους. Πώς θα μπορέσουν να κάνουν τακτικά ιατρεία;», διερωτάται. Ιδιωτική δαπάνη
Δημόσιες δαπάνες για την υγεία: Στα κατώτερα επίπεδα της Ε.Ε.
Πόσα όμως χρήματα βάζουν από την τσέπη τους οι Έλληνες φορολογούμενοι για την υγεία; Στην Ελλάδα έχουμε ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά δημόσιας χρηματοδότησης για δαπάνες υγείας και ένα από τα υψηλότερα ποσοστά ιδιωτικής δαπάνης. Στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής «Προφίλ Υγείας στην Ελλάδα 2023» καταγράφεται αύξηση δημόσιας χρηματοδότησης για την υγειονομική περίθαλψη, η οποία ανήλθε στο 62,1%, ποσοστό το οποίο, όμως, είναι σημαντικά χαμηλότερο από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που φτάνει το 81,1%.
Ταυτόχρονα, οι άμεσες ιδιωτικές πληρωμές των νοικοκυριών αντιπροσωπεύουν το 33% των δαπανών για την υγεία. Το ποσοστό αυτό είναι το δεύτερο υψηλότερο μετά τη Βουλγαρία και είναι πολύ πιο ψηλά από τον μέσο όρο της Ε.Ε, που προσδιορίζεται στο 15%. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που δημοσιοποίησε η Ελληνική Στατιστική Αρχή, η συνολική χρηματοδότηση για τις δαπάνες υγείας ως προς το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) στην Ελλάδα για το έτος 2022 ανήλθε στο 8,50% του ΑΕΠ, έναντι 9,18% του έτους 2021. Η συνολική χρηματοδότηση δαπανών υγείας για το 2022 ανήλθε στα 17,56 δισ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση 5,4% σε σχέση με το 2021, που το αντίστοιχο ποσό διαμορφώθηκε στα 16,67 δισ. ευρώ. Τι έβαλε όμως το κράτος και τι ο πολίτης από την τσέπη του;
Όσον αφορά τη δημόσια χρηματοδότηση για την υγειονομική περίθαλψη, αυτή παρουσίασε αύξηση 5% το 2022 έναντι του 2021 και το συνολικό ποσό διαμορφώθηκε στα 10,88 δισ. έναντι 10,36 δισ. τον προηγούμενο χρόνο. Από την άλλη πλευρά, όμως, αυξήθηκαν και τα ποσά που έδωσαν τα νοικοκυριά, αφού υπήρξε αντίστοιχη αύξηση και της ιδιωτικής δαπάνης κατά 5,7% σε σχέση με το 2021. Ένα άλλο στοιχείο που παρουσιάζει ενδιαφέρον είναι ότι το 2022 αλλάζει ελαφρώς η ισορροπία των δύο πλευρών σε σχέση με τη συμβολή τους στη συνολική χρηματοδότηση στις δαπάνες υγείας.
Η συμβολή του δημόσιου τομέα στη συνολική χρηματοδότηση για δαπάνες υγείας μειώθηκε από 62,1% το 2021 σε 61,9% το έτος 2022. Αντίθετα, η συμβολή του ιδιωτικού τομέα στη συνολική χρηματοδότηση για δαπάνες υγείας αυξήθηκε από 37,5% το έτος 2021 σε 37,6% το έτος 2022. Στον προϋπολογισμό του 2024 προβλέφθηκαν αυξημένες δαπάνες για την Υγεία κατά 900 περίπου εκατ. ευρώ.
Η αναβάθμιση των δημόσιων νοσοκομειακών υποδομών
Σύμφωνα με την τελευταία απογραφική έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ, ο αριθμός των νοσοκομείων που λειτουργούν ως Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου και υπάγονται στο ΕΣΥ στην Ελλάδα είναι 124. Ως νομικά πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου λειτουργούν 4 κλινικές, ενώ υπάρχει αριθμητική υπεροχή των ιδιωτικών θεραπευτηρίων, με 270 ιδιωτικές κλινικές.
Η χώρα θα αποκτήσει άλλα τρία σύγχρονα νοσοκομεία με δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, στο πλαίσιο της διεθνούς πρωτοβουλίας του ΙΣΝ για την υγεία. Στη Θεσσαλονίκη κατασκευάζεται το Πανεπιστημιακό Παιδιατρικό Νοσοκομείο, ενώ ξεκίνησαν οι κατασκευαστικές εργασίες για τα άλλα δύο γενικά νοσοκομεία, στην Κομοτηνή και τη Σπάρτη. Με δωρεά του ΙΣΝ και του Αθανασίου Μαρτίνου προχωράει η ανακαίνιση 32 κλινών ΜΕΘ στον Ευαγγελισμό.
Αριθμός κλινικών.
Ένα από τα επιχειρήματα που χρησιμοποιεί η κυβέρνηση για να αντικρούσει όσους υποστηρίζουν ότι έχει γυρίσει την πλάτη στο ΕΣΥ είναι και η κτιριολογική αναβάθμιση και επέκταση 80 δημόσιων νοσοκομείων, την οποία χρηματοδοτεί με πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης ύψους 317 εκατ. Από το ΕΣΠΑ χρηματοδοτούνται με 178 εκατ. οι ενεργειακές αναβαθμίσεις 78 νοσοκομειακών μονάδων. Όταν ο Κ. Μητσοτάκης επισκέφθηκε, λίγο πριν από τις ευρωεκλογές, τις εγκαταστάσεις του νοσοκομείου Αττικόν, στο οποίο οι εργασίες βρίσκονται σε εξέλιξη, δήλωσε ότι «δουλεύουμε εντατικά για να δημιουργήσουμε ένα νέο Εθνικό Σύστημα Υγείας».
Το νέο ΕΣΥ που υπόσχεται η κυβέρνηση δρομολογείται με θεσμικές παρεμβάσεις που προκαλούν αντιδράσεις και με θεσμικές υποχρεώσεις τις οποίες νομοθέτησε αλλά δεν υλοποίησε. Γι’ αυτό και σήμερα βρίσκεται αντιμέτωπη με γιατρούς που αρνούνται να προσληφθούν σε νοσοκομεία της ηπειρωτικής και νησιωτικής Ελλάδας.
Σοβαροτητα στην ιατρικη και ΕΣΥ δεν συναδουν .Οι αξιολογοι συναδελφοι φευγουν ταχυτατα και δεν το μετανιωνουν ,Μονο ο πλασιε δεν το εχει αντιληφθει και πρεπει να το καταλαβει επιτελους .Εννοειται οτι ο ΣΥΡΙΖΑ ηταν πολυ καλυτερος στην υγεια .Πρωην ψηφοφορος ΝΔ
ΑπάντησηΔιαγραφή