Της Ελευθερίας Κούρταλη - Capital.gr
Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας βρίσκεται στο ραντάρ των επενδυτών αυτό το καλοκαίρι καθώς αναμένεται να επιβεβαιώσει και να επισφραγίσει το success story της Ελλάδας. Αναλυτές και οικονομολόγοι έχουν αρχίσει και ποσοτικοποιούν τα οφέλη αυτής της αλλαγής επενδυτικής πίστας για τη χώρα, τόσο σε ό,τι αφορά την οικονομία όσο και τα ελληνικά assets.
Όπως επισημαίνεται στην έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, η επενδυτική βαθμίδα, στον βαθμό που τα θετικά αποτελέσματά της διαχυθούν άμεσα στην πραγματική οικονομία, θα προκαλέσει αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων που θα ενισχύσουν τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ στο 2,3% το 2023 και στο 2,7% το 2024, δηλαδή 0,1 και 0,5 της ποσοστιαίας μονάδας πάνω από το βασικό σενάριο. Συνεπώς, η απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας θα μπορούσε να έχει αξιόλογη θετική επίδραση στο σύνολο της οικονομίας, πέρα από τις ευνοϊκές επιπτώσεις στη διαχείριση του δημοσίου χρέους.
Άλλωστε στις άμεσες προτεραιότητες της κυβέρνησης είναι η επίτευξη αυτού του οροσήμου πολύ σύντομα. Αυτό το δήλωσε ξεκάθαρα ο Έλληνας πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας στο Bloomberg, σημειώνοντας ότι οι επενδυτές έχουν στραφεί μαζικά στα ελληνικά ομόλογα αυτό το έτος εν μέσω εκτιμήσεων ότι η χώρα θα ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα, κάτι που τα οδήγησε να γίνουν οι τίτλοι με τις καλύτερες επιδόσεις στον ανεπτυγμένο κόσμο. Αυτό οδήγησε επίσης το κόστος δανεισμού της Ελλάδας να υποχωρήσει σε τέτοιο βαθμό που πλέον η χώρα πληρώνει λιγότερα από την Ιταλία, αν και το ιταλικό χρέος θεωρείται ασφαλέστερο από τους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης. "Ήδη οι τίτλοι μας διαπραγματεύονται σαν να είμαστε χώρα με επενδυτική βαθμίδα, αλλά χρειαζόμαστε επίσης την επίσημη έγκριση από τους οίκους", ανέφερε ο πρωθυπουργός.
Σε αυτό το πλαίσιο έστειλε ένα σημαντικό σήμα προς τις αγορές και ειδικά τους οίκους, ανακοινώνοντας πως δεσμεύεται προς τους επενδυτές ότι η Ελλάδα θα προχωρήσει στην πρόωρη αποπληρωμή δύο δόσεων από τα δάνεια του πρώτου πακέτου διάσωσης της Ελλάδας, εντός του 2023. Αξίζει να σημειώσουμε πως οι δόσεις αφορούν το 2024 και το 2025 και έρχονται σε 5,4 δισ. ευρώ συνολικά, και θα πληρωθούν από τα ταμειακά διαθέσιμα του Ελληνικού Δημοσίου, τα οποία διαμορφώνονται στα 34 δισ. ευρώ περίπου. Η εμπιστοσύνη ότι ο δείκτης χρέους παραμένει σε πτωτική τροχιά είναι άλλωστε ένας βασικός παράγοντας για τους οίκους ώστε να προχωρήσουν σε αναβάθμιση της χώρας. "Δεν επικεντρωνόμαστε μόνο στην ανάπτυξη, αλλά θέλουμε επίσης να διασφαλίσουμε ότι ο δείκτης χρέους προς το ΑΕΠ θα συνεχίσει να μειώνεται με πολύ γρήγορο ρυθμό", τόνισε ο πρωθυπουργός.
Λίγες μέρες νωρίτερα ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γιάννης Στουρνάρας δήλωσε πως έπειτα από τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης θα είναι θέμα εβδομάδων, εάν όχι ημερών, η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. Ο κ. Στουρνάρας δεν αναφερόταν σε πιθανότητα έκτακτων αξιολογήσεων, αλλά στο γεγονός ότι οι προγραμματισμένες ξεκινούν πολύ σύντομα και εάν οι προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης ικανοποιήσουν τους οίκους, δεν υπάρχει λόγος για περαιτέρω καθυστέρηση.
Στις 4 Αυγούστου, σημειώνεται, αναμένεται η αξιολόγηση της Scope Ratings, η οποία αν και δεν ανήκει στους τέσσερις μεγάλους οίκους, ωστόσο έχει παρατηρηθεί πως πολύ συχνά αυτοί ακολουθούν την κίνησή της. Ο Ντένις Σεν, επικεφαλής αναλυτής του οίκου, τόνισε, άλλωστε, ότι "το αποτέλεσμα των εκλογών είναι πιστωτικά θετικό και στηρίζει την εξέταση της ένταξης της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα".
Τι θα φέρει το investment grade στο Χ.Α.
To όφελος σε ό,τι αφορά τις εισροές στο Χ.Α. αλλά και τις αποτιμήσεις των ελληνικών μετοχών θα είναι μεγαλύτερο από την επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας παρά από την αναβάθμιση της ελληνικής αγοράς στην κατηγορία των ανεπτυγμένων αγορών – η οποία αναμένεται στα τέλη του 2024 με αρχές 2025, όπως τόνισε και η Axia Research σε πρόσφατη έκθεσή της.
Η επενδυτική τράπεζα εκτιμά πως το υπό διαχείριση ενεργητικό για τις ελληνικές μετοχές, όταν έλθει η επενδυτική βαθμίδα, θα αυξηθεί κατά 2,3 φορές. Δεδομένου ότι η πλειονότητα των επενδυτικών κεφαλαίων που είναι τοποθετημένα στο Χ.Α. (62% του συνόλου) δεν είναι index funds, αυτό σημαίνει ότι η πλειονότητα των funds (με συγκεκριμένες εντολές και περιορισμούς) θα μπορεί να επενδύσει στην Ελλάδα μετά την αναβάθμιση σε επενδυτική βαθμίδα, αντί της αναβάθμισης του Χ.Α. στην κατηγορία των ανεπτυγμένων αγορών. Επίσης, τα παθητικά funds που συνδέονται με το καθεστώς των ανεπτυγμένων αγορών αποτελούν μόνο το 14% των επενδυμένων περιουσιακών στοιχείων της Ε.Ε., δηλαδή είναι λιγότερο σημαντικά για τη συνολική εικόνα. "Ως εκ τούτου, η αναβάθμιση της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα, και όχι τόσο του ίδιου του Χ.Α., θα φέρει την πλειονότητα των σταδιακών εισροών, γεγονός που σημαίνει πως το μεγαλύτερο μέρος της ανόδου της ελληνικής αγοράς θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί βραχυπρόθεσμα", όπως τόνισε η τράπεζα.
Εκτός του ότι το investment grade θα ανοίξει την πόρτα σε νέες εισροές στα περιουσιακά στοιχεία της χώρας, οι εισηγμένες θα έχουν υποστηρικτικά θεμελιώδη μεγέθη και νέο κοινό επενδυτών, θα δημιουργηθεί επίσης μία νέα γενιά εισηγμένων εταιρειών και θα επιτρέψει επίσης στην κεφαλαιοποίηση του Χρηματιστηρίου Αθηνών να ανατιμηθεί ανοδικά, κατά την επενδυτική τράπεζα. Η Axia προβλέπει ότι η συνολική κεφαλαιοποίηση του Χ.Α. ως ποσοστό του ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 15% έως το 2024, κάτι που μεταφράζεται σε αύξηση της χρηματιστηριακής αξίας της ελληνικής αγοράς κατά 45%.
Η επενδυτική τράπεζα έχει σημειώσει πρόσφατα πως στις ανεπτυγμένες αγορές το υπό διαχείριση ενεργητικό αγγίζει τα 52 τρισεκατομμύρια δολάρια, έναντι μόλις 6,3 τρισ. δολαρίων στις αναδυόμενες αγορές, υπογραμμίζοντας έτσι το μέγεθος του κοινού των επενδυτών στο οποίο θα είναι "διαθέσιμα" τα ελληνικά assets.
Οι ροές και τα κέρδη στα ελληνικά ομόλογα
Η Bank of America εκτιμά πως οι ροές, λόγω αναδιάρθρωσης των θέσεων των funds, προς τα ελληνικά ομόλογα, όταν αυτά ενταχθούν στους διεθνείς δείκτες, θα κινηθούν στα 16 δισ. ευρώ περίπου αλλά θα είναι σταδιακές και το μεγαλύτερο μέρος τους θα αφορά περισσότερο το 2024 και μετά, άρα είναι μια εκτίμηση σε βάθος διετίας περίπου. H Société Générale, από την πλευρά της, εξέτασε τα 106 funds κρατικών ομολόγων που υπάρχουν στην Ευρωζώνη, τα οποία έχουν ενεργητικό περίπου 54 δισ. ευρώ και αποτελούν ένα μικρό κλάσμα του συνόλου των 7,4 τρισ. ευρώ που είναι το μέγεθος της αγοράς των κρατικών ομολόγων της περιοχής με διάρκεια άνω του 1 έτους. Όπως εκτιμά, τα ελληνικά ομόλογα θα αντιπροσωπεύουν λίγο περισσότερο από το 1% των κρατικών δεικτών αναφοράς της Ευρωζώνης, όταν θα πληρούν τα κριτήρια ένταξης, και θα ισοδυναμούν με παθητική ζήτηση 650 εκατ. ευρώ από τα ευρωπαϊκά αυτά funds.
Η Τράπεζα της Ελλάδος τόνισε πως το άμεσο όφελος από μία αναβάθμιση του Ελληνικού Δημοσίου στην επενδυτική κατηγορία θα είναι σημαντικό όσον αφορά τη μείωση της μεταβλητότητας των αποδόσεων, αλλά μάλλον θα είναι περιορισμένο όσον αφορά το επίπεδο του κόστους δανεισμού, καθώς η βελτίωση του κόστους δανεισμού φαίνεται να έχει ήδη προεξοφληθεί σε μεγάλο βαθμό από την αγορά. Παρ’ όλα αυτά, καθώς η αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας αναμένεται να οδηγήσει στη βελτίωση της ρευστότητας για τα ελληνικά ομόλογα, λόγω της διεύρυνσης της δεξαμενής των επενδυτών, ενδέχεται να σημειωθεί περαιτέρω μείωση των αποδόσεων μετά την επίτευξη της αναβάθμισης.
Άλλωστε, όπως εκτίμησε η ΤτΕ, οι αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας από τους οίκους αξιολόγησης κατά την τελευταία τετραετία έχουν προσφέρει όφελος της τάξης του 1,7% στις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων. Συγκεκριμένα, υπολογίστηκε ότι επί του παρόντος ο πιστωτικός κίνδυνος που σχετίζεται με τη χαμηλή πιστοληπτική αξιολόγηση του Ελληνικού Δημοσίου προσθέτει στις αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων περίπου 100 μονάδες βάσης, ενώ κατά τη διάρκεια του 2019, κατά μέσο όρο, εκτιμάται ότι ο πιστωτικός κίνδυνος προσέθετε επιπλέον 270 μ.β. στις αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων. Ενδιάμεσα, το Ελληνικό Δημόσιο έχει αναβαθμιστεί αρκετές φορές από τους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης με αποτέλεσμα η καλύτερη αποδιδόμενη διαβάθμιση να είναι σήμερα ΒΒ+, δηλαδή μόλις μία βαθμίδα χαμηλότερα από την επενδυτική κατηγορία. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της ΤτΕ, παρά τη σημαντική αύξηση των αναμενόμενων επιτοκίων, οι αποδόσεις των ελληνικών 10ετών ομολόγων βρίσκονται σήμερα σε επίπεδα 170 μ.β. χαμηλότερα από εκείνα στα οποία (υποθετικά) θα ήταν αν δεν είχαν πραγματοποιηθεί οι αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής αξιολόγησης του Ελληνικού Δημοσίου.
Οι διεθνείς οίκοι ψηφίζουν Ελλάδα
Οι διεθνείς οίκοι συνεχίζουν να δίνουν σημαντική ψήφο εμπιστοσύνης στην Ελλάδα και στις ελληνικές μετοχές ακριβώς γιατί αποτιμούν την ανάκτηση αυτού του οροσήμου. Όπως σχολίασε χαρακτηριστικά η Natixis, η αναβάθμιση της αξιολόγησης θα αντιπροσώπευε ένα σημαντικό άλμα ποιότητας για την Ελλάδα, καθιστώντας και πάλι τα ελληνικά ομόλογα επιλέξιμα για τοποθετήσεις από επενδυτικά χαρτοφυλάκια μακροπρόθεσμου επενδυτικού ορίζοντα και υψηλότερης ποιότητας.
Η J.P. Morgan δήλωσε ξεκάθαρα ότι αναβαθμίζει σε overweight τη στάση της για τις ελληνικές μετοχές λόγω του αποτελέσματος των εκλογών αλλά και ενόψει την ανάκτησης σύντομα της επενδυτικής βαθμίδας από την Ελλάδα, τονίζοντας ότι βλέπει σημαντικά περιθώρια για περαιτέρω άνοδο των αποτιμήσεων των ελληνικών μετοχών.
Σύμφωνα με την J.P. Morgan, μάλιστα, η ελληνική αγορά διαπραγματεύεται με μεγάλη έκπτωση (discount), της τάξης του 49% σε σχέση με τις αναδυόμενες αγορές σε όρους τιμής προς κέρδη P/E, παρά το ράλι που έχει σημειωθεί από τις αρχές του έτους. Παράλληλα, όπως τονίζει, οι αποδόσεις των ελληνικών 10ετών ομολόγων είναι 40 μονάδες βάσης χαμηλότερες από εκείνες των αντίστοιχων ιταλικών τίτλων, ενώ οι δείκτες απόδοσης ιδίων κεφαλαίων ROE των ελληνικών τραπεζών είναι υψηλότεροι από εκείνους των ευρωπαϊκών τραπεζών.
Κατά την αμερικάνικη τράπεζα, το ράλι των ελληνικών μετοχών θα συνεχιστεί για τρεις λόγους, τους εξής: α) οι αποτιμήσεις τους είναι φθηνές, β) η συνέχεια των οικονομικών μεταρρυθμίσεων που υποστηρίζονται από το Ταμείο Ανάκαμψης είναι εξασφαλισμένη μετά την εκλογική νίκη της Ν.Δ., διατηρώντας την τροχιά ανάπτυξης του ΑΕΠ και γ) η κερδοφορία των ελληνικών εισηγμένων είναι ισχυρή.
Τα στοιχεία για τις τοποθετήσεις δείχνουν ότι παρά το ισχυρό ράλι φέτος, οι επενδυτές των αναδυόμενων αγορών είναι έντονα underweight στην Ελλάδα με το 61% των funds να κατέχουν μηδενικό ποσοστό και κανένα από αυτά να έχει θέση μεγαλύτερη από 2%. Παρ’ όλα αυτά η JPM ελπίζει ότι η πιθανή αναβάθμιση σε επενδυτική βαθμίδα από τους οίκους αξιολόγησης θα αποτελέσει καταλύτη για την αλλαγή της στάσης αυτής.
Η HSBC εκτιμά πως η ανάπτυξη στην Ελλάδα θα κινηθεί στο 2% φέτος, με τον τουρισμό να αναμένεται να συμβάλει σημαντικά, ποντάροντας και εκείνη στην ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας πολύ σύντομα, γεγονός που, όπως τονίζει, θα μπορούσε να συμβάλει σημαντικά στη διεύρυνση της επενδυτικής βάσης της χώρας. "Με τη Ν.Δ. να παραμένει στην εξουσία, η συνέχιση των πολιτικών που παρατηρήθηκαν τα τελευταία τέσσερα χρόνια σημαίνει ότι η Ελλάδα μπορεί να μην είναι πολύ μακριά από την ανάκτηση του investment grade για πρώτη φορά από το 2010", σημειώνει χαρακτηριστικά.
Όπως σημειώνει και η Beta Securities, έχοντας πλέον εξουδετερωμένο το πολιτικό ρίσκο, η πορεία της επόμενης ημέρας για την εγχώρια αγορά θα εξαρτηθεί από την επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί είτε στο μακροοικονομικό περιβάλλον είτε/και σε επίπεδο εταιρικής κερδοφορίας. Κατά τη χρηματιστηριακή, το ανοδικό περιθώριο για τον Γενικό Δείκτη έχει πλέον αναθεωρηθεί προς τις 1.370 μονάδες, επίπεδο που έρχεται από το 2014 και είναι το μοναδικό υψηλό που έχει να αντιμετωπίσει ο Γενικός Δείκτης σε βάθος χρόνου μέχρι το 2011.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου