kathimerini.gr
Για τον κίνδυνο ολικής ανατροπής της πορείας της οικονομίας προειδοποίησε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) Γιάννης Στουρνάρας, υπογραμμίζοντας ότι οι καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης μπορεί να θέσουν «εν αμφιβόλω όλους ανεξαιρέτως τους στόχους του τρέχοντος έτους, αναπτυξιακούς, δημοσιονομικούς, χρηματοπιστωτικούς». Μιλώντας σε εκδήλωση του Γραφείου Προϋπολογισμού του κράτους στη Βουλή, ο διοικητής της ΤτΕ τόνισε ότι «απαιτείται η άμεση ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, η οποία έχει καθυστερήσει περισσότερο από ένα έτος. Η καθυστέρηση αυτή δημιουργεί αβεβαιότητα, που έχει αρχίσει εδώ και μήνες να επιδρά δυσμενώς σε όλους τους δείκτες της οικονομίας, θέτοντας εν αμφιβόλω όλους ανεξαιρέτως τους στόχους του τρέχοντος έτους, αναπτυξιακούς, δημοσιονομικούς, χρηματοπιστωτικούς».
Από την πλευρά του ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης είπε ότι για τις καθυστερήσεις ευθύνονται οι θεσμοί, είτε εξαιτίας των μεταξύ τους προβλημάτων είτε επειδή θέτουν παράλογες απαιτήσεις στην Ελλάδα, και εξέφρασε την ευχή τουλάχιστον τα τεχνικά μέρη της επιδιωκόμενης συμφωνίας να ολοκληρωθούν τον Απρίλιο. Υπογράμμισε, δε, ότι για τη διάρκεια ή και την επέκταση της κρίσης είναι τα μνημόνια τα οποία επιβλήθηκαν που λειτούργησαν ως πηγές της. Τέλος, ο κ. Δραγασάκης χαρακτήρισε άστοχη αν όχι κακόβουλη, και πάντως επικίνδυνη για τη χώρα, τη συζήτηση για επιβολή τέταρτου μνημονίου. «Δεν το αντέχει η χώρα και δεν το χρειαζόμαστε», είπε χαρακτηριστικά.
Λίγο νωρίτερα, η ΤτΕ δημοσιοποίησε τα στοιχεία για την πορεία των καταθέσεων τον Φεβρουάριο, σύμφωνα με τα οποία οι πιέσεις διατηρήθηκαν, καθώς οι καταθέσεις των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων μειώθηκαν κατά 750 εκατ. ευρώ, ενώ από τις αρχές του έτους η μείωση ανέρχεται στα 2,3 δισ. ευρώ.
Στην ομιλία του στη Βουλή ο διοικητής της ΤτΕ σημείωσε ότι πολλές από τις κακοδαιμονίες που αντιμετωπίζει η Ελλάδα σήμερα έχουν τη ρίζα στο γεγονός ότι «η ανάπτυξη, που στο παρελθόν ήταν εσωστρεφής, στηρίχθηκε σε υπερβολικό δανεισμό και όχι σε μεταρρυθμίσεις». Ανέφερε ότι μετά την αξιολόγηση θα πρέπει να δοθεί έμφαση στην προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων, την αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, του υψηλού δημόσιου χρέους με παράλληλη αναπροσαρμογή των δημοσιονομικών στόχων, την αλλαγή του μείγματος δημοσιονομικής πολιτικής και τέλος την ανάσχεση της μακροχρόνιας ανεργίας.
Τέλος, υπογράμμισε ότι οι μεταρρυθμίσεις είναι μονόδρομος: «η μεταρρυθμιστική προσπάθεια πρέπει να συνεχιστεί πέρα από τις αγορές εργασίας, αγαθών και υπηρεσιών, σε όλους τους τομείς της δημόσιας διοίκησης –περιλαμβανομένης της φορολογικής διοίκησης και του δικαστικού συστήματος–, στην αγορά ενέργειας, στα επαγγέλματα που ακόμα παραμένουν ουσιαστικά σε καθεστώς προστασίας, στους τομείς ανθρώπινων πόρων και κοινωνικής προστασίας, και στον χώρο των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ιδιαίτερα αυτών που ανήκουν σε στρατηγικούς κακοπληρωτές».
Από την πλευρά του ο επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού του κράτους στη Βουλή, καθηγητής Παναγιώτης Λιαργκόβας, αναφέρθηκε στις πέντε αιτίες που η Ελλάδα, σε αντίθεση με τις άλλες χώρες, παραμένει σε καθεστώς μνημονίου. Οπως σημείωσε, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι αρχικές οικονομικές συνθήκες στην Ελλάδα ήταν πολύ χειρότερες σε σχέση με άλλες χώρες, στο μείγμα της δημοσιονομικής πολιτικής που ακολουθήθηκε, στη μη εφαρμογή των διαρθρωτικών μέτρων, στην υποτίμηση των επιπτώσεων στην οικονομία της πολιτικής αβεβαιότητας και τέλος στη μη δίκαιη κατανομή του βάρους της δημοσιονομικής προσαρμογής.
Εν τω μεταξύ η αμερικανική τράπεζα Citi σε σημείωμά της για τη χώρα μας υπογραμμίζει την έλλειψη εμπιστοσύνης και τις πιέσεις στη ρευστότητα, κατάσταση που επιδεινώνεται με τις καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης, μειώνοντας περαιτέρω τις πιθανότητες επιτυχούς ολοκλήρωσης του τρίτου μνημονίου. Υπό το πρίσμα αυτό, σημειώνει η Citi, ένα τέταρτο πρόγραμμα διάσωσης για την Ελλάδα εμφανίζεται ολοένα και πιο πιθανό, δεδομένου ότι το τρέχον πρόγραμμα ολοκληρώνεται το καλοκαίρι του 2018.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου